Εχουμε τη γνώμη πως τίποτε από όλα αυτά δεν είναι «το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ». Κάποια από αυτά αποτελούν εκφράσεις καταστάσεων που αποτελούν εγγενή χαρακτηριστικά του. Κάποια άλλα τίθενται προσχηματικά για διεκδικήσεις ρόλων και θέσεων από παράγοντες και τα συμπληρώματα τους εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Και όλα μαζί χρησιμοποιούνται για να θολώνουν έναν κόσμο, που στις συνθήκες της κρίσης και της έντασης της λαϊκής οργής, στην αρχή ενός νέου κύκλου αγώνων, αναζητά «πληροφορίες και υλικό» για την Αριστερά που απαιτούν αυτές οι συνθήκες, αυτός ο κύκλος αγώνων. Σε σχέση με αυτή την αναγκαιότητα, εξάλλου, παρεμβαίνουμε και εμείς στη συζήτηση μιας και θεωρούμε ότι οι «διαψεύσεις» και οι (αυτ)απάτες σχετικά με το ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν ένα από τα πολλά επεισόδια που θα εξελιχτούν σχετικά με αυτή την πραγματική αναγκαιότητα για το λαό και την εργατική τάξη.
Το «είδος» του προβλήματος
Αυτό που αποκάλυψε λοιπόν –τουλάχιστον πλατιά και με ένταση- το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών! Ο «μοχλός» της αποκάλυψης είναι ήδη μια πολύ σαφής ένδειξη του είδους του προβλήματος. Τι πρόβλημα στ’ αλήθεια μπορεί να αποκαλύψει ένα εκλογικό ποσοστό σε μια δύναμη που υποτίθεται ότι μοχθεί για τους εργάτες και το λαό και έχει ως πρώτο μέλημά της το κίνημα, τους αγώνες, την ταξική πάλη; Και ποιο –με αυτά τα κριτήρια- είναι το «παράπονο» της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με το 4,7%; Γιατί είναι «λίγο» αυτό το ποσοστό, αν μετρήσουμε, για παράδειγμα, την απουσία του ΣΥΡΙΖΑ από δεκάδες πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις ανά την Ελλάδα μόλις ένα μήνα πριν τις Ευρωεκλογές; Η την τυπική-ισχνή συμμετοχή του στην πανεργατική απεργία στις 2/4; Και αν πάμε σε μεγάλες -και πρόσφατες- μάχες του κινήματος (νεολαία 2006-07, ασφαλιστικό) χωρίς τις παραποιήσεις της ρητορείας της ηγεσίας του για αυτές, τι έχουμε να θυμηθούμε; Πως ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε με τη μορφή της «μη εφαρμογής στην πράξη» για το νόμο-πλαίσιο είτε με το «δημοψήφισμα» για το ασφαλιστικό, συνέπλευσε με τις απαιτήσεις του συστήματος, συγκρούστηκε με τη δυναμική και την προοπτική της πάλης.
Ακόμα πιο φανερό έγινε αυτό στην έκρηξη του Δεκέμβρη, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε στο Μαξίμου την Τρίτη 9/12, για να μην πάει στην απεργιακή διαδήλωση της επομένης και για να βρει πληθώρα εποικοδομητικών προτάσεων για… τις δυνάμεις καταστολής από κει και πέρα. Τι είχε, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ οικοδομήσει στο κίνημα και το λαό που δεν το πήρε στις Ευρωεκλογές, ακόμα και αν «προσπεράσουμε» το τι είναι οι Ευρωεκλογές και ποια στάση απαιτείται σε αυτές; Εκτός αν προς άλλες κατευθύνσεις στρέφονται τα «παράπονα» και οι ανησυχίες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Που μπορεί λ.χ. να σκέφτεται πως οι Οικολόγοι βρήκαν τόσες βοήθειες από τα σύστημα και τα κάθε είδους κανάλια του ώστε –παρόλη την ανυπαρξία τους- να υπάρχουν ήδη αρκετά κοντά του στο πολιτικό σκηνικό και να θέτουν υποψηφιότητα για ρόλους που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ ήλπιζε να παίξει. Αλλά αν αυτό είναι το πρόβλημα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε και μια απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε προηγούμενα. Στο γιατί, δηλαδή, τόσα στελέχη, τόσες μέρες δεν έχουν κατορθώσει να ορίσουν ποιο είναι το πρόβλημα. Γιατί το πρόβλημα της ηγεσίας του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ καθόλου δεν αφορά στις απαιτήσεις του κινήματος, στο πραγματικό ζήτημα της Αριστεράς. Και ουσιαστικά βρίσκεται στον αντίποδα του.
Τι ηττήθηκε
Ολες οι πλευρές, και μέσα στο ΣΥΝ και στο ΣΥΡΙΖΑ, αναγνωρίζουν –με τις ανάλογες διαβαθμίσεις κατά περίπτωση- πως υπήρξε ήττα. Οι της «ανανεωτικής πτέρυγας» απαιτούν «γενναία στροφή» με μια καθαρή, ως προς το τι επιδιώκουν ,πλατφόρμα. Ολοι οι υπόλοιποι είναι επιεικώς… αμήχανοι, γιατί ακριβώς αυτό που ηττήθηκε είναι η δικιά τους γραμμή. Αυτό που πολλές φορές από τις στήλες της Π.Σ. έχουμε προσδιορίσει ως κυβερνητισμό με κινηματική στήριξη. Η επιδίωξη, δηλαδή, αναζήτησης ρόλου στα πράγματα, παίρνοντας υπόψη τις αντιθέσεις και την όξυνσή τους. Η, πιο σωστά, ζητώντας από δυνάμεις του συστήματος να πάρουν υπόψη τους σε κάποιο βαθμό τα προβλήματα που δημιουργούν αυτές οι αντιθέσεις. Οπως, για παράδειγμα, τα έθετε η πλατφόρμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (βλέπε Π.Σ.,23/5/09). Η όπως και μετεκλογικά το ξαναθέτουν –δεν βρίσκουν και τι άλλο να πουν!- τα στελέχη του «αριστερού ρεύματος». Οι οποίοι ζητούν «κατάργηση του συμφώνου σταθερότητας» της ΕΕ, αλλά κυρίως αντικατάστασή του από ένα «σύμφωνο ανάπτυξης», από την ΕΕ! Δηλαδή ζητούν αυτοαναίρεση των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, ή τουλάχιστον μια εκλογίκευση της αρπακτικότητάς τους, επειδή με βάση το «νέο συσχετισμό» που θα δώσουν τα «κινήματα», θα… αντικατασταθεί ο Μπαρόζο!
Αυτή τη γραμμή, λοιπόν, ήταν που έφερε ως απάντηση στη χρεοκοπία Κωνσταντόπουλου ο Αλαβάνος. Με βάση αυτή τη γραμμή κατασκευάστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, που αποτέλεσε την κινηματική φορεσιά στον κλασσικό και αδιαμφισβήτητο ρεφορμισμό του όλου ΣΥΝ. Αυτή η γραμμή φαινόταν να δένει και να αντιστοιχεί τόσο με το ρήγμα στις σχέσεις της Δύσης, όσο και με τα εσωτερικά (κρίση ΠΑΣΟΚ). Αυτή η γραμμή έφτασε και σε …δημοσκοπικούς θριάμβους και η κυριαρχία της δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά μέχρι το βράδυ της 7/6, παρόλο που αρκετά προβλήματα είχαν ήδη εμφανιστεί. Πάντως στο συνέδριο του ΣΥΝ το φετινό χειμώνα οι αποφάσεις ήταν ομόφωνες, καθώς όλοι έλπιζαν ακόμα σε μια καλή συγκομιδή, έστω πιο μετριοπαθή από τις εκτινάξεις των γκάλοπ. Αυτή η γραμμή είναι που ηττήθηκε στις 7/6 και πυροδοτήθηκε η κρίση στο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.
Τι δε λογάριασε σωστά η γραμμή αυτή; Πολλά μπορούν να επισημανθούν σχετικά με το ερώτημα αυτό. Δε λογάριασε τον ερχομό της κρίσης. Την κλιμάκωση της αγριότητας του συστήματος που αυτή επέφερε. Την ένταση των κινηματικών-λαϊκών εκρήξεων που δε χωράνε στα πλαίσια αυτής της γραμμής. Τη συνακόλουθη αύξηση των απαιτήσεων πολιτικής νομιμότητας από το σύστημα, που, σε αυτές τις συνθήκες, δε δίνει χώρο για… τσαχπινιές. Και ακόμα τις διεθνείς «υπονομεύσεις» της, καθώς οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές –αγνοώντας τις εκκλήσεις του…ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ- τα ξαναψάχνουν με τον Ομπάμα…
Το κυριότερο, ωστόσο, είναι άλλο. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις –που δεν ελέγχονται από τους εμπνευστές της- αυτή η γραμμή μπορεί και να χρειαστεί στο σύστημα. Τότε αυτή η γραμμή θα νικήσει, έστω προσωρινά. Μια τέτοια εκδοχή ζήσαμε στη χώρα με το «μεγάλο Συνασπισμό» του ‘89. Ποιανού ήταν αυτή η νίκη; Του λαού ή του συστήματος;
Οι νέες μορφές των αδιεξόδων
Η ήττα της γραμμής του κινηματικού κυβερνητισμού για το σύνολο των τάσεων στο ΣΥΝ αποτελεί προφανώς υπαρξιακό ζήτημα. Γιατί αντιμετωπίζουν ξανά το ερώτημα πώς θα αναπαραχθεί πολιτικά ο ΣΥΝ, και τι ρόλο θα διεκδικήσει σε ένα πολιτικό σκηνικό που τους έχει ιδιαίτερα στριμωγμένους στην 5η θέση και όχι αρκετά μακριά από την …6η. Στην ίδια βάση έχει τεθεί και υπαρξιακό ζήτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που αυτός ήταν η μορφή της γραμμής που ηττήθηκε. (Με το φόβο του άχρηστου έρματος έτρεξαν, εξάλλου, κάποιοι να διαδηλώσουν υπέρ του… Αλαβάνου).Ετσι έχουν ανοίξει όλα τα ενδεχόμενα. Θα καταργηθεί εντελώς η «ηττημένη μορφή» και θα ζητηθεί άνευ όρων σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ; Θα επιδιωχθεί μια κάποια αναμόρφωσή της που θα την κάνει πιο αποδεκτή, μιας και το ενδεχόμενο να χρειαστεί σε κυβερνητικές λύσεις δεν έχει σβήσει; (Και ως προς αυτό το ενδεχόμενο οι συνιστώσες επιταχύνουν την προετοιμασία τους με συνεντεύξεις τύπου, όπου με …θλίψη διαπιστώνουν την απόσταση του ΠΑΣΟΚ από τον κεϋνσιανισμό). Θα διατηρηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως ένα υποβαθμισμένο συμπλήρωμα του ΣΥΝ, μέχρις ότου οι «ανανεωτικοί» πάρουν το πάνω χέρι και εφαρμόσουν, ουσιαστικά, την πρώτη εκδοχή;
Σε κάθε περίπτωση είναι φανερό πως το κύριο πρόβλημα βρίσκεται –όπως ήδη αναφέραμε- στην πλευρά του «ρεύματος». Ο Αλαβάνος, με τον ελιγμό της παραίτησης που τρεις φορές δήλωσε πως δεν θα ανακαλέσει, κέρδισε χρόνο. Χρόνο για να βρει και να προωθήσει τη νέα μορφή και συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι απανωτές προτάσεις του των τελευταίων μηνών προς το ΠΑΣΟΚ, συνηγορούν πως περισσότερο από τον Τσίπρα είχε αντιληφθεί το αδιέξοδο και επεδίωξε να το απαντήσει από τη δικιά του σκοπιά. Αυτή είναι και η πολιτική βάση συνεννόησής του με τους «ανανεωτικούς», που, ωστόσο, αντιδρούν στο όχημα προώθησής της (το «νέο» ΣΥΡΙΖΑ), καθώς έτσι αναπαράγεται ο παραγκωνισμός τους. Ετσι πιέζονται και οι ίδιοι (οι «ανανεωτικοί») ενώ ο Τσίπρας δεν διευκρινίζει τι μπορεί να τους «προσφέρει».
Ολα αυτά αποτελούν το περιεχόμενο των αναγγελθέντων σωμάτων και των μη αναγγελόμενων καθημερινών παρασκηνιακών ζυμώσεων. Δεν γνωρίζουμε, βέβαια, ποιος θα προλάβει ποιόν, ή αν όλους τους προλάβουν άλλες εξελίξεις, άλλες επιλογές. Το βέβαιο είναι πως κανείς από όλους αυτούς δεν ασχολείται να «προλάβει» την ταξική πάλη, τα μεγάλα μέτωπα που βρίσκονται απέναντι στο λαό και τη νεολαία. Δεν αναζητούν απαντήσεις σε αυτά τα μέτωπα. Βλέπετε η οικοδόμηση απαντήσεων στα μέτωπα αυτά έχει ένα μεγάλο «μειονέκτημα». Δεν μπορεί να σε «εκτινάξει» -ως τις επόμενες εκλογές- στο κέντρο της πολιτικής ζωής. Γι αυτό είναι ασύμβατα με την αριστερά του πολιτικού συστήματος που επαναλαμβάνει τους κύκλους «λάμψης» και εκφυλισμού της έξω και δίπλα από τα αστικά μέγαρα. Και γι αυτό ο λαός δεν μπορεί να νικήσει ούτε με τις ήττες αλλά ούτε με τις νίκες αυτής της αριστεράς.