Σελίδες

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ

ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΕΣ & ΤΟΠΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ

Το ταξίδι Ομπάμα στη Μόσχα Τα κύρια και τα «εφεδρικά» ζητήματα των συνομιλιών

Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας είμαστε στην περίπτωση όπου η μορφή τους (είτε πρόκειται για διμερείς είτε για άλλου τύπου) έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτές καθαυτές τις σχέσεις που ήταν και παραμένουν άγρια ανταγωνιστικές. Τα περί βελτίωσής τους, κατά την περιρρέουσα φιλολογία του διεθνούς και εγχώριου Τύπου –ιδιαίτερα μετά την άνοδο του Ομπάμα στην εξουσία–, είναι σκέτη ανοησία. Και μάλιστα όταν περιγράφεται αυτή η υποτιθέμενη βελτίωση με χαρακτηρισμούς «νέα εποχή», «ελπίδες για την ανθρωπότητα» κ.λπ., τότε αγγίζουμε τα όρια του γελοίου.

Με βάση λοιπόν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διαμορφώνει και αναδεικνύει η σημερινή περίοδος σε ό,τι αφορά το επίπεδο των ιμπεριαλιστικών σχέσεων (επαναπροσδιορισμός τακτικών, προσπάθεια διαμόρφωσης ευνοϊκών όρων κ.λπ.), τέτοιες κινήσεις στο διπλωματικό επίπεδο είναι επιβεβλημένες και κατά κάποιον τρόπο εντάσσονται στις ειδικότερες πλευρές των κινήσεων τακτικής τους.

Σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη συνάντηση κορυφής των δύο μεγαλύτερων από άποψη στρατηγικής ισχύος δυνάμεων του πλανήτη, δόθηκε από τον διεθνή Τύπο η αίσθηση ότι βρισκόμαστε ακόμα στην «ψυχροπολεμική εποχή», όπου τα πάντα εξαρτώνται από τη σύγκλιση ή απόκλιση των δύο αυτών χωρών. Ανέδιδε η συνάντηση αυτή κάτι από το παρελθόν, τουλάχιστον στα φαινόμενα και βέβαια στις διαφορετικές πλέον διεθνώς συνθήκες. Από μια πρώτη άποψη είναι κάτι –έστω και σαν εικόνα– που βολεύει και τις δύο πλευρές. Λίγο πιο πέρα ωστόσο από τη φαινομενική τάξη πραγμάτων υπάρχει η πραγματική!

Μπορεί σήμερα οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ να υπερθεματίζουν στο θάψιμο της προηγούμενης περιόδου (Μπους) αλλά το κάνουν με πολύ προσεκτικές διατυπώσεις. Γιατί σε επίπεδο στρατηγικών στόχων θεωρούν ότι έχουν απάντηση στο «ποια παγκόσμια τάξη θα διαδεχτεί τον Ψυχρό Πόλεμο». Η δική τους. Από την άποψη αυτή, το διπλό σχόλιο του Ομπάμα (χοντροκομμένο για πολλούς αναλυτές) λίγες μέρες πριν από την επίσκεψή του στη Μόσχα, που απείλησε να τινάξει στον αέρα το καλό κλίμα της προετοιμασίας, δεν πρέπει να ήταν τυχαίο και απρόσεκτο! Τι είπε; Για τον Πούτιν ότι «παραμένει με το ένα πόδι στον «Ψυχρό Πόλεμο» και για τον Μεντβέντεφ ότι «έχει κατανοήσει ότι οι δύο πρώην αντίπαλες χώρες πρέπει να αφήσουν το παρελθόν πίσω τους». Το ότι δεν ήταν τυχαία αυτά τα λόγια φάνηκε άλλωστε και από το γεγονός πως επαναλήφθηκαν στη Μόσχα με προσεκτικότερους υπαινιγμούς, αλλά σαφείς υπαινιγμούς. Ιδιαίτερα από την επιμονή του Ομπάμα να διαχωρίζει δημόσια τους ρόλους του προέδρου Μεντβέντεφ από τον πρωθυπουργό Πούτιν. Να υποθέσουμε ότι οι αντιθέσεις στην κορυφή της ρωσικής ηγεσίας είναι πλέον μεγάλες και παίζουν με αυτές οι ΗΠΑ ή ότι (το πιο πιθανό) δεν υφίστανται καθόλου και μάλιστα ο κραυγαλέος τρόπος που η προεδρία υποτάσσεται στην πρωθυπουργία θεωρείται από τους Αμερικάνους ότι διαμορφώνει ένα πεδίο αξιοποίησης των «δυτικών προτύπων» διακυβέρνησης, για κάθε μελλοντική χρήση; Όπως και να έχει το ζήτημα, οι ΗΠΑ θίγοντας, απλά και με προσοχή για την ώρα, το θέμα αυτό θεωρούν ότι διαμορφώνουν κάποια στοιχεία από το πλαίσιο της αυριανής (και αναπόφευκτης) ρήξης με τη Ρωσία.

Με την έννοια αυτή η πολυδιαφημισμένη διάθεση προσέγγισης του Ομπάμα με τη Ρωσία έχει τόσες ανταγωνιστικές πλευρές που πρακτικά την αναιρούν και αυτό θα γίνει συντομότατα ορατό από όλους όσοι σήμερα επενδύουν αποπροσανατολιστικά σε αυτή τη «φούσκα» Στις ΗΠΑ σήμερα –και η εκλογή Ομπάμα αυτό κατ’ αρχήν δηλώνει– γίνεται προσπάθεια αναπροσαρμογής τακτικών κινήσεων και προτεραιοτήτων χωρίς βλάβη του συνολικότερου στρατηγικού στόχου της παγκόσμιας κυριαρχίας. Από την άλλη, η Ρωσία θέλει να συνεχίσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα την ενίσχυση των όποιων στοιχείων ανάκαμψης (που τα προσωποποιεί ο Πούτιν και το περιβάλλον του), με στόχο την επανάκτηση μέρος ή και όλου του δυναμικού του παρελθόντος της. Τα πραγματικά πλαίσια των σχέσεών ΗΠΑ και Ρωσίας διαμορφώνονται όχι μόνο στο έδαφος των σημερινών συσχετισμών και όρων, αλλά κυρίως στη βάση των άμεσων όσο και μελλοντικών ανταγωνιστικών στόχων τους. Που άλλωστε η βασικότερη πλευρά τους αφορά την ανατροπή των σημερινών όρων και συσχετισμών προς όφελος της κάθε πλευράς. Κατά συνέπεια, οι όποιες συμφωνίες ακολουθούν τις επαφές αυτές έχουν στοιχεία τακτικών συμβιβασμών τα οποία ωστόσο τα χαρακτηρίζει το ανισοβαρές για κάποια από τις δύο πλευρές. Συμβαίνει αυτό που συνήθως λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις: ότι υποχωρεί η μια πλευρά σε ένα ζήτημα για να προωθήσει κάποιο άλλο. Ακριβώς για να μην εφαρμοστούν ποτέ οι «συμφωνίες», γιατί αυτός είναι τελικά ο ρόλος τους. Ας δούμε λοιπόν, έτσι για την ιστορία, τις σημαντικότερες από τις συμφωνίες που κατέληξαν οι πρόεδροι ΗΠΑ και Ρωσίας στη Μόσχα και όπως αυτές ανακοινώθηκαν επίσημα:
  • Συμφωνία-πλαίσιο για τον περιορισμό του πυρηνικού οπλοστασίου των δύο χωρών.
  • Ανταλλαγή εμπειρογνωμόνων στο θέμα της αντιπυραυλικής ασπίδας.
  • Η Ρωσία έδωσε την άδεια για τη χρήση του εναέριου χώρου της για τη μεταφορά στρατιωτών και αμερικανικού στρατιωτικού υλικού με προορισμό το Αφγανιστάν.
  • Επανάληψη των κοινών στρατιωτικών δραστηριοτήτων που είχαν διακοπεί τον Αύγουστο του 2008, όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γεωργία.
  • Ρώσοι και Αμερικανοί προχώρησαν σε ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων με τις οποίες αποκαθίσταται στο σύνολό της σημαντική εργασία της επιτροπής για την αναζήτηση των ιχνών αιχμαλώτων πολέμου και αγνοουμένων.
  • Συμφωνία για σύσταση μεικτής επιτροπής για τη συνεργασία στα ενεργειακά, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την ενίσχυση των οικονομικών και επιστημονικών δεσμών και την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών.
Θα σταθούμε στις τρεις πρώτες γιατί είναι φανερό πως οι υπόλοιπες κινούνται σε επίπεδα είτε διακήρυξης είτε γενικώς γραφειοκρατικά - διπλωματικά, και χρησιμεύουν στο να δίνουν «όγκο» στα τελικά κείμενα. Απ’ ό,τι φαίνεται το πιο άμεσο και ορατό αποτέλεσμα θα το έχει η συμφωνία για το Αφγανιστάν. Στην πραγματικότητα πρόκειται για επέκταση προϋπάρχουσας συμφωνίας, που όμως δεν αφορούσε στρατιωτικό υλικό. Τώρα επεκτείνεται και σε αυτό. Η «παραχώρηση» αυτή της Ρωσίας εκτιμάται ότι αντιστοιχεί στην «παραχώρηση» των ΗΠΑ στο ζήτημα της «αντιπυραυλικής ασπίδας» σε Τσεχία και Πολωνία. Το «τι» και «πόσο» παραχωρεί η Ρωσία θα φανεί. Όμως με έναν τρόπο, και με στρατιωτικούς όρους, εμπλέκεται όχι μόνο στο Αφγανιστάν, αλλά στην ευρύτερη περιοχή, αφού η συμφωνία αυτή ενέχει και άλλες πλευρές συμμετοχής της στις επιχειρήσεις1. Σε ό,τι αφορά την «αντιπυραυλική ασπίδα» που η ρώσικη πλευρά ήθελε να συνδέσει με το ζήτημα των πυρηνικών αλλά δεν τα κατάφερε, δεν φαίνεται ότι και οι ΗΠΑ έκαναν καμιά σπουδαία παραχώρηση τόσο με την ανταλλαγή εμπειρογνωμόνων που θα μελετήσουν το ζήτημα όσο και με την πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ πως η συμφωνία με την Πολωνία –όπου και θα τοποθετηθούν οι πύραυλοι– να περιοριστεί επί του παρόντος σε… εκπαιδευτικό επίπεδο. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη νέα συμφωνία για τον περιορισμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων που ήταν το κύριο και κεντρικό ζήτημα της αυτής της συνάντησης, έχουμε μια εξέλιξη πάνω σε λίγο-πολύ βατά μονοπάτια. Στην πραγματικότητα η νέα συμφωνία αφορά την ανανέωση της συνθήκης STARΤ που πρόβλεπε και αυτή (όπως και η νέα) τον περιορισμό των πυρηνικών κεφαλών σε λιγότερο από 1.700 και τους πυραύλους εκτόξευσης, επίσης κάτω από 1.000. Η συνθήκη αυτή που ποτέ δεν άρχισε να εφαρμόζεται λήγει τον ερχόμενο Δεκέμβρη. Εκείνο που έγινε στη Μόσχα δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την ανακοίνωση της «νεκρανάστασης» της συνθήκης του 1991 και η έναρξη διαπραγματεύσεων και συζητήσεων με ορίζοντα τουλάχιστον τριών χρόνων (εντατικών διαβουλεύσεων από τους εμπειρογνώμονες) με στόχο να ολοκληρωθεί και να διατυπωθεί συγκεκριμένη πρόταση στην οποία θα βασιστεί μια νέα συνθήκη. Το ζήτημα και ταυτόχρονα το ζητούμενο είναι το ουσιαστικό αντίκρισμα μιας τέτοιας συμφωνίας ακόμα και αν υποτεθεί ότι πράγματι στην επόμενη τριετία θα υπάρξει σύμφωνη κατάληξη και έναρξη εφαρμογής. Υπάρχει η άποψη σε ό,τι αφορά τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα ότι το ποσοτικό στοιχείο δεν είναι εκείνο που βαραίνει πλέον αποκλειστικά στους συσχετισμούς αυτού τους είδους ισχύος2. Η συνάντηση κορυφής έληξε και προβάλλεται το επιτυχές τέλος της. Τουλάχιστον ως προς την εξωτερική εικόνα των σχέσεων. Πού είναι όμως τα πράγματα από άποψη ουσίας; Αρθρογράφος του BBC, κατανέμοντας τα διάφορα ζητήματα των σχέσεων για τις δύο χώρες, τα κατατάσσει σε ζωτικά στοιχεία της στρατηγικής των δύο χωρών και στα «εφεδρικά» που προβάλλονται και αποκτούν σημασία μόνο όταν συνδεθούν με τα πρώτα. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι ισχύει κάτι τέτοιο, μόνο που η κατανομή που κάνει δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στα πράγματα. Για παράδειγμα η ΝΑΤΟϊκή επέκταση προς ανατολάς δεν είναι καθόλου εφεδρικό θέμα. Τα ουσιαστικά και καυτά, όπως λέγονται, ζητήματα δεν ήταν μέρος των επίσημων συνομιλιών και ούτε εμφανίστηκαν στις τελικές ανακοινώσεις, ήταν όμως το πραγματικό έδαφος της συνάντησης και σίγουρα κυριάρχησαν στο παρασκήνιο. Το Ιράν, το Μεσανατολικό, ο Καύκασος-Γεωργία, το κράτημα της Ρωσίας εκτός ΠΟΕ και πολλά άλλα που είτε άμεσα είτε στην προοπτική τους αποτελούν στοιχεία του σκληρού πυρήνα του ανταγωνισμού τους, προσπεράστηκαν με τον κομψό διπλωματικό τρόπο της διαφορετικής προσέγγισης από τις δύο πλευρές. Το διπλωματικό - διαπραγματευτικό παιχνίδι θα παίζεται πάντα μεταξύ των ιμπεριαλιστών, αναδεικνύοντας, έστω και έμμεσα πολλές φορές, τις πραγματικές προθέσεις και στόχους τους. Τέλος, και ανάμεσα στα άλλα, ο Ομπάμα φέρεται να δήλωσε στον ρώσο ομόλογό του, αναφορικά με το θέμα της εδαφικής ακεραιότητας της Γεωργίας, πως οι «σφαίρες επιρροής ανήκουν στον 19ο αιώνα και στον 21ο». Έτσι είναι, με μία διαφορά. Ο στόχος τώρα, στον 21ο αιώνα, για τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές είναι η «επιρροή όλης της σφαίρας» (Γης).

-----------------

1. Δεσμεύεται ή καλύτερα αυτοδεσμεύεται να «ασκήσει την επιρροή της» στις όμορες χώρες του Αφγανιστάν ώστε να αποκοπούν τελείως οι Ταλιμπάν από τη όποια βοήθεια δέχονται από αυτές τις χώρες (Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν κ.ά.).

2. Έχει τεθεί ένα ζήτημα εδώ και μερικά χρόνια που αφορά τα λεγόμενα «τακτικά πυρηνικά όπλα» ή αλλιώς τα πυρηνικά «πεδίου μάχης». Υπάρχει ένα ερώτημα για το πού βρίσκονται σήμερα τα πράγματα ως προς την εξέλιξή τους και το μερίδιο που καταλαμβάνουν στο συνολικό πυρηνικό οπλοστάσιο των Αμερικανών. Ενδεχομένως να έχει τεθεί πρακτικά πλέον το ζήτημα του «ποιος προλαβαίνει ποιον» σε αυτό το επίπεδο. Οι Μπους και Τσένι προωθούσαν ανοιχτά και πρακτικά τη βελτίωσή τους και ήταν ο βασικός λόγος που θεωρούσαν τη συνθήκη STARΤ άνευ ουσίας. Ακούστηκε πως και αυτά τα πυρηνικά θα περιληφθούν στη νέα συνθήκη!