Σελίδες

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ

ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΕΣ & ΤΟΠΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ

Οικολόγοι Πράσινοι Αναζητώντας ρόλο κάτω από τον «ήλιο» του συστήματος

Η έντονη και «ορμητική» είσοδος των Οικολόγων Πράσινων στα πολιτικά πράγματα της χώρας έχει προκαλέσει αρκετές συζητήσεις, προβληματισμούς, σε κάποιους γέννησε ελπίδες για κάτι «καινούριο», ενώ δεν είναι λίγοι -και όχι μόνο στο χώρο της Αριστεράς- αυτοί που θεωρούν την αναβάθμισή τους στην κεντρική πολιτική σκηνή αποτέλεσμα της πριμοδότησης από σημαντικούς οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες του αστικού συστήματος. Θα ήταν πολιτικό λάθος να υποτιμηθεί ο ρόλος, οι θέσεις και η πρακτική τους σαν παράγοντας ανώδυνης εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, όπως είναι λάθος να θεωρείται η ύπαρξη και δράση τους μια «φούσκα» που προέκυψε από παρθενογένεση.
Απ' ό,τι φαίνεται, με βάση τις ανάγκες που έχει το σύστημα για τη δημιουργία πολλαπλών αναχωμάτων στη λαϊκή οργή και τις κοινωνικές εκρήξεις εργαζόμενων και νεολαίας και την απαξίωση αλλά και την «αδυναμία» της ρεφορμιστικής Αριστεράς να παίξει με συνέπεια έναν τέτοιο ρόλο, το σύστημα θα ενισχύει, με κάθε τρόπο, κάθε «πρόθυμη» πολιτική δύναμη, όσο «ριζοσπαστικό» παρελθόν και αν διαθέτει. Από την άποψη αυτή, έχουν «μέλλον» στην κεντρική πολιτική σκηνή και οι ίδιοι «διατίθενται» σε «συνεργασίες» με τα αστικά πολιτικά κόμματα.
Η πολιτική «προίκα» που έχουν να καταθέσουν είναι οι «επεξεργασμένες προτάσεις» τους από τα περιβαλλοντικά ζητήματα μέχρι την «αντιμετώπιση» της κρίσης με τη λεγόμενη πράσινη πολιτική που θα «απαντήσει» στην ανεργία. Βασικό πολιτικό χαρακτηριστικό που πλασάρουν οι Πράσινοι είναι η «υπεύθυνη», «συνεκτική» και «τεκμηριωμένη» προτασεολογία τους, προσπαθώντας έτσι να προκαλέσουν την προσοχή των παραγόντων του συστήματος σαν «σοβαρός» συνομιλητής, ενώ ταυτόχρονα οι θέσεις και η πρακτική τους δεν αμφισβητούν τον ιμπεριαλιστικό-καπιταλιστικό χαρακτήρα του συστήματος, αλλά θέλουν να εξομαλύνουν τις πιο βάρβαρες πλευρές του. Στηρίζουν τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό στον ανταγωνισμό του με τους Αμερικάνους και τους άλλους ιμπεριαλιστές και είναι μακριά από κάθε θέση και πρακτική αλληλεγγύης που αφορά τους εργαζόμενους και την επίθεση που δέχονται από τη μεριά του συστήματος. Μάλιστα πολλές φορές τους θεωρούν και συνυπεύθυνους για την παραγωγή και την κατανάλωση βλαβερών προϊόντων για το περιβάλλον!
Αρνούμενοι την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, βλέπουν «λύσεις» κοινά αποδεκτές στο πλαίσιο του συστήματος, έχοντας εγκαταλείψει προ πολλού το σύνθημα «η κοινωνία της μόλυνσης δεν καθαρίζεται, αλλά ανατρέπεται» με το οποίο πορεύτηκαν, κάποια χρόνια, αρκετές οικολογικές ομάδες και κινήσεις με αξιόλογη δράση σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Η εμφάνιση του οικολογικού κινήματος στη χώρα μας δεν ήταν μια απλή αντιγραφή και εισαγωγή από τη Δυτική Ευρώπη της δεκαετίας του ’70 –είχε και τέτοια χαρακτηριστικά– αλλά αποτέλεσμα αντικειμενικών εξελίξεων όπως η βάρβαρη επέλαση του ιμπεριαλιστικού–καπιταλιστικού συστήματος στους φυσικούς πόρους της χώρας μας και η μετατροπή των πόλεων –με πρώτη την Αθήνα– σε θαλάμους αερίων για την εργαζόμενη πλειοψηφία, ενώ ταυτόχρονα η οπισθοχώρηση του επαναστατικού-κομμουνιστικού κινήματος άφηνε περιθώρια εμφάνισης των λεγόμενων «νέων κινημάτων» που πρόβαλλαν «εναλλακτικά» μοντέλα διαβίωσης «εδώ και τώρα», μακριά από τις «καθυστερημένες» κομμουνιστικές αντιλήψεις για επανάσταση και σοσιαλισμό.
Οσο δυνάμωνε η ρεβιζιονιστική-ρεφορμιστική κυριαρχία στο λαϊκό-εργατικό κίνημα τόσο δυνάμωναν και αυτές οι μικροαστικές αντιλήψεις που τις τροφοδοτούσαν από τη μία η παλινόρθωση του καπιταλισμού και από την άλλη η απογοήτευση σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων της Αριστεράς. Μια πλευρά του «πρώιμου» ριζοσπαστισμού του οικολογικού κινήματος αποτελούσε και η στελέχωσή του –κύρια– από πρώην μέλη και στελέχη αριστερών κομμάτων και οργανώσεων που δεν είχαν προλάβει να «τινάξουν» από πάνω τους το «παρελθόν» τους σε απόψεις και πρακτικές.
Από τότε μέχρι τα σήμερα οι διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις επηρέασαν σημαντικά το οικολογικό κίνημα, που, ενώ σε κάποια «ριζοσπαστική» του εκδοχή (Οικολόγοι Εναλλακτικοί) κατόρθωσε να εκλέξει και βουλευτή δύο φορές (1989-1990), στη συνέχεια οδηγήθηκε σε πολλαπλές διασπάσεις, αλλά κυρίως το βασικό δυναμικό «προσαρμόστηκε» στα νέα δεδομένα και σήμερα «αναβαπτισμένο» επανεμφανίζεται δυναμικά στην κεντρική πολιτική σκηνή. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε κατά πόσο στελέχη τους θα δεχτούν να αναλάβουν ρόλους όπως ο Γιόσκα Φίσερ στη Γερμανία (ηγέτης των Οικολόγων Πράσινων και υπουργός Εξωτερικών της «κεντροαριστερής» κυβέρνησης Σρέντερ που συμμετείχε στο διαμελισμό και τους δολοφονικούς αμερικανονατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία), οι ίδιοι όμως δηλώνουν ότι θέλουν να γίνουν «καταλύτες του πολιτικού συστήματος». Η συμμετοχή Οικολόγων Πράσινων ακόμα και σε δεξιές, αντιδραστικές κυβερνήσεις σε χώρες της Ευρώπης (Τσεχία, Ιρλανδία) δείχνει ότι δεν έχουν πολιτικά «ταμπού» και είναι «διαθέσιμοι». Από την άλλη, η όξυνση της κρίσης και της επίθεσης καθώς και οι συνέπειες από το φόρτωμα των βαρών στις πλάτες του εργαζόμενου λαού θα τους αναγκάζουν να διαλέγουν «στρατόπεδο» και να δίνουν «εξετάσεις» στο σύστημα κατά πόσον μπορεί να τους εμπιστευθεί.