Σελίδες

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ

ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΕΣ & ΤΟΠΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ

Τι συμβαίνει στο Λαλγκάρ;

Διευκρινήσεις για την ιστορία και το παρόν του κινήματος

Ο λαϊκός ξεσηκωμός στο Λαλγκάρ-Τζανγκαμαχάλ έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα στην Ινδία σε ό,τι έχει σχέση με την αντίσταση και τους αγώνες των λαϊκών μαζών. Εχει ανοίξει μια συζήτηση ανάμεσα σε διανοούμενους και ακτιβιστές υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τα όσα συμβαίνουν στην περιοχή και κύρια για τον τρόπο αντιμετώπισης των χαφιέδων από τη μεριά των μαοϊκών ανταρτών.
Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης δημοσιοποιήθηκαν τρεις ανοιχτές επιστολές στο HYPERLINK "http://www.sanhati.com" www.sanhati.com, η πρώτη θέτει το ζήτημα και οι άλλες δυο απαντούν.
Παρακάτω είναι η απάντηση του ηγετικού στελέχους Κισέντζι από το ΚΚΙ (Μαοϊκό) για τα όσα διαδραματίζονται στην περιοχή του Τζανγκαλμαχάλ.

Απάντηση από το Τζανγκαλμαχάλ

Το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βεγγάλη ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 μετά την υποχώρηση του κινήματος του Ναξαλμπάρι. Στις επόμενες δεκαετίες υπήρξε ένα κενό σε σχέση με το επαναστατικό κίνημα. Σ’ αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που έπαιξε ένδοξο ρόλο για τέσσερεις δεκαετίες και στάθηκε στο πλευρό των καταπιεσμένων μαζών. Σ’ αυτό το διάστημα ο Σουτζτομπάμπου στάθηκε στην πρώτη γραμμή αυτών των αγώνων. Το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων σ’ αυτό το διάστημα απέκτησε κάποια μορφή. Ηταν το μοντέλο της στάσης στο πλευρό των καταπιεσμένων μαζών.
Ωστόσο, μετά την ανάκαμψη του επαναστατικού κινήματος στο Αντρα Πραντές και κατόπιν στο Μπιχάρ στη δεκαετία του ’80, το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων σταδιακά βρέθηκε σε κρίση. Ηταν η στιγμή που οι μάζες σηκώθηκαν για να αποτινάξουν την εικόνα των «καταπιεσμένων μαζών» και να διεκδικήσουν την ταυτότητά τους σαν «αντιστεκόμενες μαχόμενες μάζες». Ετσι το παλιό μοντέλο του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων δεν ταίριαζε πια στη νέα κατάσταση. Το κράτος άρχισε να σφίγγει τα λουριά στους αγωνιστές αυτού του κινήματος για να μπορέσει να το διατηρήσει μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια. Κι αυτό αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης αλλά και αντιθέσεων μέσα σ’ αυτό το κίνημα. Ο ένδοξος εκπρόσωπος του κινήματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αυτή τη φάση στο Αντρα Πραντές ήταν ο Ραμαναθάν Ρ. Πουρουσοτάμ.
Το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βεγγάλη δεν επηρεάστηκε από αυτή την κρίση. Κι αυτό γιατί το επαναστατικό κίνημα στη Βεγγάλη μέχρι τότε δεν είχε αποκτήσει και πάλι τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό.
Σήμερα το κίνημα στο Λαλγκάρ-Τζανγκαμαχάλ θέτει ένα ζήτημα στο κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι αγωνιστές του, που μέχρι σήμερα βρίσκονταν στο πλευρό των «καταπιεσμένων μαζών», θα μπορέσουν να σταθούν εξίσου στο πλευρό των «αντιστεκόμενων μαχόμενων μαζών»; Το κίνημα στο Λαλγκάρ-Τζανγκαμαχάλ έχει αναδείξει στο προσκήνιο δυο ζητήματα.
Το λαϊκό κίνημα θα γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης, σε τελική ανάλυση, για να κάνει χώρο στους επίσημους ηγέτες της κυρίαρχης πολιτικής; Ή θα πρέπει ο λαός να μπορεί να το κατευθύνει με τρόπο που να βοηθάει στο ίδιο το ανέβασμά του;
Μήπως θα πρέπει αυτοί που αγωνίζονται ενάντια στη φασιστική εξουσία να είναι ικανοποιημένοι που σώζουν το τομάρι τους επειδή κάνουν χειραψίες με τους ηγέτες του θεσμοθετημένου δρόμου; Ή θα πρέπει ο λαός να προστατευτεί, καταστρέφοντας τα φασιστικά φρούρια όπως αυτό της Βαστίλης;

Βία ή μη-βία; Δεν αποτέλεσε ποτέ ζήτημα για την ινδική πολιτική. Αυτό που αποκαλείται «δημοκρατική πολιτική» -η πολιτική της βίας σ’ αυτή την κυρίαρχη, επίσημη, θεσμοθετημένη πολιτική- ξεπερνά κατά πολύ την πρακτική της βίας στην επαναστατική πολιτική. Ετσι, στη γλώσσα του νόμου αυτό αποτελεί «μη-ζήτημα», δεν υφίσταται. Οι πολιτικοί κύκλοι του κράτους θέτουν αυτό το «μη-ζήτημα» για να θάψουν τα δυο κύρια ζητήματα που ανέδειξε το κίνημα του Λαλγκάρ-Τζανγκαμαχάλ.
Το δικαίωμα της αυτοάμυνας αναγνωρίζεται και από τους αστικούς νόμους. Το δικαίωμα να σκοτώσεις αυτόν που σου επιτίθεται σαν αυτοάμυνα αναγνωρίζεται, παρ’ όλο που χρησιμοποιείται σαν πρόσχημα για να δολοφονούν τις επαναστατικές μάζες και τους επαναστάτες που βρίσκονται στα χέρια του κράτους. Οταν όμως οι μάζες μετατρέπονται σε «αντιστεκόμενες μαχόμενες μάζες» και μπαίνουν μπροστά για να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα, τότε αλλάζει όλο το πλαίσιο.
Τι εννοούμε με τον όρο φασιστική εξουσία; Είναι η εξουσία μιας κλίκας, μιας χούφτας πολιτικών και γραφειοκρατών. Σε επίπεδο βάσης παίρνει τη μορφή της συνδυασμένης τρομοκρατίας που διαπράττουν από τη μια οι κρατικές δυνάμεις σε συνεργασία με τις γκεσταπίτικες δυνάμεις του κόμματος.
Ας έχουμε υπόψη ότι ο φασισμός είναι ένα πολύ καλά οργανωμένο συγκεντρωτικό σύστημα. Ακόμη κι αν υπάρχει ένα μικρό παραθυράκι, τότε το φασιστικό σύστημα θα διεισδύσει στα χωριά και θα φέρει τις δολοφονίες, τους βιασμούς και το κάψιμο των σπιτιών. Το δικαίωμα της αυτοάμυνας των μαζών απαιτεί να μην υπάρχει ούτε η σκιά των τραμπούκικων ομάδων στα χωριά, ούτε ένα παραθυράκι από όπου θα μπορούσαν να διεισδύσουν οποιαδήποτε στιγμή.
Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες σε ανατριχιαστικά αλλεπάλληλα γεγονότα που σχετίζονται με γενοκτονίες, τρομοκρατία, βιασμούς και πυρπολήσεις σπιτιών αντίστοιχες με την περίοδο των χιτλερικών, γκεσταπίτικων δυνάμεων μετά την εμφάνιση του “salwa judum” στο Τσατισγκάρ, του “Nagarik Suraksha Samiti” στο Τζαρκάντ και των “hermad forces”, “ghoskar bahini” και “Santras Protidoh Committee” στο Τζανγκαλμαχάλ της Βεγγάλης. Ολα αυτά αποτελούν μέρος της καθημερινότητας – οι επιχειρήσεις αστυνομικών και παραστρατιωτικών δυνάμεων, το στήσιμο 80 με 90 οχυρών, τα μεγάλα στρατόπεδα των οπλισμένων τραμπούκων, εξοπλισμένων με σύγχρονα όπλα όπως τα LMG με την κάλυψη της αστυνομίας γύρω από το Κεσπούρ και την Γκορμπέτα για να ανακαταλάβουν το Τζανγκαμαχάλ. Και όλα αυτά είναι γνωστά χάρη στα ΜΜΕ. Από την άλλη, το κράτος κινείται με άφθονο χρήμα από χωριό σε χωριό για να στήσει ένα δίκτυο πληροφόρησης και κατασκοπείας, οι αστυνομικές δυνάμεις τρομοκρατούν ξυλοκοπώντας αδιάκριτα τον κόσμο, όλα τα σχολεία έχουν μετατραπεί σε αστυνομικά στρατόπεδα και έτσι έχει δημιουργηθεί μια πολεμική κατάσταση.
Σε μια τέτοια πολεμική κατάσταση είναι δυνατόν τα κριτήρια σε ζητήματα αρχών να παραμένουν τα ίδια; Μπορούν να ισχύουν τα ίδια κριτήρια σε μια φυσιολογική κατάσταση και σε μια κατάσταση όπου επικρατεί ο φασισμός; Ο εμφύλιος πόλεμος και φασισμός φέρνουν αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων. Το ίδιο συμβαίνει προσωρινά και στις απόψεις και τα κριτήρια σε σχέση με ζητήματα αρχών.
Για να εξουθενώσει τους χαφιέδες ο κόσμος χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους. Από την άλλη, το κράτος κάνει ό,τι μπορεί για να διεγείρει την απληστία τους. Ετσι ο αριθμός των χαφιέδων που σκοτώνονται αυξάνεται. Αν υπήρχε ένα σωστό σύστημα στο Τζανγκαλμαχάλ, σήμερα ο αριθμός των χαφιέδων που σκοτώνονται θα ήταν πολύ μικρότερος. Σε διάφορα μέρη της Νταντακαρανία, οι χαφιέδες κρατούνται σε λαϊκές φυλακές.
Οσο διάστημα οι αστυνομικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις δεν είχαν μπει στην περιοχή δεν υπήρχε καμιά ανάγκη για εξουδετέρωση των κατασκόπων σε τόσο μεγάλους αριθμούς. Μετά την εισβολή όμως των δυνάμεων καταστολής, η κατάσταση έχει αλλάξει. Αντίστοιχα έχει αλλάξει και η αντίληψη για την αυτοάμυνα.
Κι εμείς ήμασταν αντίθετοι στη θανατική ποινή. Ωστόσο η αντίληψη για τα ζητήματα αρχών σε μια φυσιολογική κατάσταση είναι διαφορετική από ό,τι σε μια κατάσταση πολέμου. Στην κατάσταση πολέμου, η ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης, της πρωτοβουλίας και των νεωτερισμών είναι πολύ περιορισμένες.
Ο Σουτζάτο-μπάμπου έκανε την εξής παρατήρηση: «Η φανερή και ένοπλη παρουσία σας έχει ωθήσει το επίκεντρο της ταχύτητας και της κίνησης του λαϊκού ξεσηκωμού κάτω από την καθοδήγηση της Λαϊκής Επιτροπής στο βάθος».
Σουτζάτο-μπάμπου! Το κράτος έχει καταργήσει το δικαίωμά σου να μπεις ανοιχτά στο Τζανγκαλμαχάλ με μόνο ένα στόχο. Κι αυτός είναι να ξεκινήσει μια εκστρατεία παραπληροφόρησης. Αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα, θα είχες τη δυνατότητα να δεις ότι καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι συμμετέχουν σε διαδικασίες, μαζικές συγκεντρώσεις, περικυκλώσεις κτηρίων και διαδηλώσεις σε κάθε γωνιά του Τζανγκαλμαχάλ.
Παρά την καταστολή από τις αστυνομικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις, το σύστημα που ξεκίνησε από τη Λαϊκή Επιτροπή εμπνέει το λαό. Η δημιουργικότητα των μαζών έχει ανέβει ακόμη και μετά τη σύλληψη του Τσατραντάρ Μαχάτο. Θα μπορούσες να δεις πόσο ακαταμάχητο έχει γίνει το λαϊκό κίνημα. Η έμφυτη δύναμη του λαϊκού κινήματος, η λαϊκή πρωτοβουλία, η δυνατή συνειδητοποίησή τους συντέλεσαν πραγματικά στο γράψιμο του έπους του αγώνα. Αν το επιθυμείς, είμαστε έτοιμοι να κανονίσουμε τα πάντα για να επισκεφτείς το Τζανγκαλμαχάλ και να σου παρέχουμε ασφάλεια. Ελα, δες με τα ίδια σου τα μάτια, κατάγραψέ τα και άλλαξε την άποψή σου. Και ανάτρεψε το πλαίσιο του κινήματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οταν πάρθηκε η απόφαση για τον κεντρικό συντονισμό της καταστολής του μαοϊκού κινήματος και της φίμωσης 100 ανώτερων στελεχών και όταν ο συνταξιούχος γενικός διευθυντής του BSF Πρακάς Σινχ (παραστρατιωτική δύναμη–συνοριοφυλακή) εκφράζει ανοιχτά τη δυσαρέσκειά του για μια τέτοια κίνηση, δείχνει ότι το κράτος έχει εξαπολύσει πόλεμο, και αυτός ο πόλεμος πρέπει να διεξαχθεί με συγκεκριμένο τρόπο. Για να αντιμετωπιστεί η απόφαση του κράτους να φιμώσει 100 ανώτερα επαναστατικά στελέχη (ο ίδιος ο Πρακάς Σινχ έχει εξηγήσει τι σημαίνει στην αστυνομική φρασεολογία να «φιμώσεις» κάποιον) πρέπει να αναληφθεί δράση κατά των ανώτερων στελεχών του κράτους.
Ο Σουτζάτο-μπάμπου δήλωσε ότι καμιά αλλαγή που έχει επιτευχθεί μέσω βίαιων μέσων δεν έχει διαρκέσει πολύ. Δεν δίνουμε και μεγάλη σημασία στο σχόλιό του. Δεν νομίζουμε ότι και ο ίδιος το πιστεύει αυτό. Οι περισσότερες από τις ιστορικές αλλαγές δεν θα είχαν επιτευχθεί χωρίς βία. Μέσω της βίας ήταν που οι δυναστείες του μεσαίωνα έφτασαν στο τέλος τους. Επιτρέψτε μου να τελειώσω παραθέτοντας ένα παράδειγμα – αυτό του δούλου Ντρεντ Σκοτ κατά της αμερικάνικης δουλείας, η ήττα του οποίου στα δικαστήρια έκανε αναπόφευκτο τον εμφύλιο πόλεμο. Είναι η απληστία για εξουσία και ιδιοκτησία που κάνει τη βία αναπόφευκτη σε όλες τις εποχές.

Απόσπασμα από την ανοιχτή επιστολή του Αμίτ Μπατατσαρίγια

Στις 16 Σεπτέμβρη 2009, η αγγλόφωνη καθημερινή εφημερίδα της Καλκούτας “The Statesman” οργάνωσε μια συζήτηση με τίτλο «Σίγουρα οι Μαοϊκοί δεν είναι κάποιοι από εμάς». Εκεί στην ομιλία του ο καθηγητής Τζ. Χαργκοπάλ είπε: «Οταν ένας μεγαλοτσιφλικάς αρπάξει τη γυναίκα ενός χωρικού, την κρατάει στο σπίτι του για να την κακοποιεί σεξουαλικά και διατάζει τον άντρα της να φύγει. Οταν τον παρακαλεί να την αφήσει να επιστρέψει στον ίδιο και τα δυο παιδιά τους, τι θα έπρεπε να κάνει ο χωρικός; Να αρχίσει τις φλυαρίες για τη μη-βία και την ειρήνη; Ή να πάρει τα όπλα ενάντια σε μια θάλασσα μπελάδες και με την αντίθεσή του να τους βάλει τέλος; Σε μια τέτοια περίπτωση, ένας νεαρός από το Αντρα Πραντές πήγε κατευθείαν στη ζούγκλα, οργάνωσε μια ομάδα 25.000 ανθρώπων, σκότωσε το μεγαλοτσιφλικά και κατέληξε μαοϊκός» (“The Statesman” 17-09-2009).

«Ουδέν σχόλιον»