Το 2010, παρά τη γενικότερη οικονομική κρίση, έκλεισε με πολλά κέρδη για τους κερδοσκόπους των διεθνών χρηματιστηρίων τροφίμων. Ο ένας μετά τον άλλον, όλοι οι δείκτες τιμών των τροφίμων σημείωσαν μέσα στο 2010 μια άνοδο ρεκόρ. Η τιμή της ζάχαρης έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών! Η τιμή του βαμβακιού έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών! Οι τιμές του κρέατος βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας εικοσαετίας! Η τιμή του καλαμποκιού παρουσίασε μέσα στο 2010 τη μεγαλύτερη άνοδο της τελευταίας 4ετίας! Ο δείκτης των δημητριακών βρέθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 2008! Ο δείκτης τιμών τροφίμων του ΟΗΕ –ένα διεθνές «καλάθι της νοικοκυράς» που περιλαμβάνει σιτάρι, καλαμπόκι, γαλακτοκομικά, κρέας, λάδι και ζάχαρη– βρίσκεται σήμερα στο υψηλότερο επίπεδο από το 1990, όταν θεσμοθετήθηκε! Με τέτοιες διεθνείς τιμές, θα περίμενε κανείς ότι το 2010 θα 'ταν μια «χρυσή» χρονιά για τους αγρότες και για το εισόδημά τους. Παρ' όλα αυτά, και το 2010 οι φτωχομεσαίοι αγρότες της χώρας μας είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται και το βιοτικό τους επίπεδο να χειροτερεύει.
Στα κυριότερα γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα (σιτηρά, γάλα, κρέας, ελιές, εσπεριδοειδή, βιομηχανική τομάτα, τεύτλα κ.λπ.) οι αγρότες πούλησαν την παραγωγή τους σε εξευτελιστικές τιμές. Για παράδειγμα, το μεγαλύτερο μέρος των σιτοπαραγωγών πούλησε φέτος 12-15 λεπτά το κιλό, όταν το 2007 η τιμή στο σκληρό σιτάρι ήταν πάνω από 40 λεπτά το κιλό! Οι βρώσιμες ελιές μένουν αμάζευτες ή πουλιούνται σε τιμές κάτω και απ’ το κόστος παραγωγής! Το λάδι πουλιέται από τους παραγωγούς όσο ένα λίτρο εμφιαλωμένο νερό! Τα πορτοκάλια σαπίζουν απούλητα στα χωράφια εξαιτίας των ασύμφορων τιμών ή δίνονται κοψοχρονιά στους εμπόρους! Αλλά και σε κείνα τα λίγα προϊόντα που λόγω της διεθνούς συγκυρίας είχαμε αύξηση στις τιμές, οι αγρότες δεν είδαν αύξηση στο εισόδημά τους εξαιτίας της μειωμένης παραγωγής από καιρικές συνθήκες, ασθένειες κ.λπ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των βαμβακοπαραγωγών: Φέτος η τιμή στο βαμβάκι ήταν υπερδιπλάσια από πέρσι. Από την άλλη, όμως, είχαμε μεγάλη μείωση της παραγωγής λόγω ζημιών από το «πράσινο σκουλήκι», ενώ τεράστιες ποσότητες παρέμειναν ασυγκόμιστες στα χωράφια εξαιτίας των πολλών και άκαιρων βροχοπτώσεων. Σε πολλές περιοχές της Θεσσαλίας η μείωση της παραγωγής ξεπερνά το 60%, με συνέπεια χιλιάδες βαμβακοπαραγωγοί να έχουν τεράστια απώλεια εισοδήματος και ταυτόχρονα να κινδυνεύουν να χάσουν επιδοτήσεις επειδή δεν κατάφεραν να πιάσουν το ελάχιστο όριο παραγωγής που απαιτείται! Αυξημένη τιμή είχαμε και στο καλαμπόκι, όπου επίσης η αύξηση της τιμής του εξανεμίστηκε από τη μειωμένη παραγωγή. Η αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματος προβάλλει ως ανάγκη ζωής για τους φτωχομεσαίους αγρότες.
Το αγροτικό εισόδημα δεν χτυπιέται μόνο από τις εξευτελιστικές τιμές στα προϊόντα αλλά και από τη μείωση των επιδοτήσεων που γίνεται από χρόνο σε χρόνο. Οπως έχουμε ξαναγράψει, οι επιδοτήσεις («δικαιώματα») που πάγια κάθε χρόνο εισπράττουν οι αγρότες (χρήματα δικά τους, που τους ανήκουν δικαιωματικά και δεν είναι «χάρισμα» της ΕΕ) είχαν αρχικά διαμορφωθεί με βάση το μέσο όρο των επιδοτήσεων της 3ετίας 2000-2002. Από τότε μέχρι και σήμερα δεν αυξήθηκαν αλλά παραμένουν «παγωμένες», με συνέπεια χρόνο με το χρόνο να ροκανίζονται από τον πληθωρισμό και να μειώνονται από τις «νόμιμες» περικοπές, παρακρατήσεις και φορολογίες που προβλέπει η ΚΑΠ.
Αλλαγές προς το χειρότερο γίνονται και με τις νέες ρυθμίσεις για την ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής. Ολο και περισσότερο το κράτος «αποσύρεται» από την υποχρέωσή του για ασφαλιστική κάλυψη της αγροτικής παραγωγής και όλο και περισσότερο μετακυλύει το κόστος αυτής της ασφάλισης στους ίδιους τους αγρότες. Ετσι, από 1/1/2011 καταργήθηκε η παρακράτηση υπέρ του ΕΛΓΑ που μέχρι τώρα υπολογιζόταν πάνω στα τιμολόγια πώλησης των αγροτικών προϊόντων και στο εξής ασφαλιστικές εισφορές για τα προϊόντα θα επιβάλλονται υποχρεωτικά σε όλους τους αγρότες, θα υπολογίζονται στο σύνολο της παραγωγής τους (δηλαδή είτε πουλήσουν είτε δεν πουλήσουν την παραγωγή τους), θα προκαταβάλλονται στην αρχή του έτους μαζί με τη δήλωση ΟΣΔΕ και ταυτόχρονα αυξάνονται από 3% σε 4% (από 0,50% σε 0,75% για τους κτηνοτρόφους)! Το χαράτσι γίνεται μεγαλύτερο για τους «μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες» οι οποίοι εκτός από το 4% θα πληρώνουν επιπλέον και 2% επί των γεωργικών τους εισοδημάτων αν έχουν συνολικό ετήσιο εισόδημα πάνω από 12.000 ευρώ.
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τη γενικότερη φορομπηχτική πολιτική με τις αυξήσεις σε ΦΠΑ, σε αγροτικό ρεύμα, σε αγροτικό πετρέλαιο κ.λπ., τις αυξήσεις σε γεωργικά μέσα και εφόδια, τις αυξήσεις σε είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, τις αυξήσεις στις εισφορές του ΟΓΑ για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθώς και τα διάφορα «έκτακτα» χαράτσια της κυβέρνησης (π.χ. για τη δήλωση ΟΣΔΕ, για τις άδειες γεωτρήσεων κ.λπ.), καταλαβαίνουμε ότι μιλάμε για ακόμα μεγαλύτερη αφαίμαξη του αγροτικού εισοδήματος. Και να συνυπολογιστεί ότι με την κρίση, το κλείσιμο επιχειρήσεων και την εκτίναξη της ανεργίας περιορίστηκαν και οι όποιες δυνατότητες είχαν οι φτωχομεσαίοι αγρότες για κάποιο εποχιακό μεροκάματο που θα συμπλήρωνε το πενιχρό εισόδημά τους.
Απέναντι σε μια πολιτική που κατάντησε ζημιογόνες και ασύμφορες όλες σχεδόν τις καλλιέργειες, που αφανίζει το αγροτικό εισόδημα, που αναγκάζει χιλιάδες αγρότες να εγκαταλείπουν τα χωράφια τους και τις καλλιέργειές τους, που οδηγεί στο ξεκλήρισμα τη φτωχομεσαία αγροτιά, απέναντι σε ΕΕ και κυβέρνηση που σχεδιάζουν και υλοποιούν αυτή την αντιαγροτική πολιτική, οι αγρότες έχουν μία και μόνη επιλογή: την επιλογή του αγώνα. Για να προστατέψουν το εισόδημά τους, για να επιβιώσουν στα χωριά τους, για να συνεχίσουν να καλλιεργούν και να παράγουν. Και αυτή την επιλογή πρέπει να την κάνουν δική τους υπόθεση, να την πάρουν στα δικά τους χέρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου