Φαίνεται ότι οι διανοούμενοι και οι ηγέτες της αντιπολίτευσης και στην Ιορδανία και τον αραβικό κόσμο δεν κατανόησαν τα μαθήματα από την τυνησιακή και την αιγυπτιακή επανάσταση. Αυτή τους η αποτυχία δείχνει το τεράστιο χάσμα που χωρίζει αυτές τις ελίτ από τον «λαό» που πάντοτε εξυμνούσαν.
Κατ’ αρχήν αυτές οι ελίτ δεν παρουσίασαν ούτε επεξεργάστηκαν ποτέ κάποια επαναστατική θεωρία ούτε παρείχαν κάποιο ιδεολογικό οπλοστάσιο ούτε κάποια πραγματική ανάλυση σαν βάση για την προετοιμασία και την καθοδήγηση μιας λαϊκής επανάστασης, όπως είχε συμβεί στη γαλλική επανάσταση (1789) ή τη ρωσική επανάσταση (1917).Οι ελίτ δεν κατάφεραν επίσης να συγκροτήσουν κάποιο οργανωτικό επίπεδο ώστε να οδηγηθούν οι μάζες από την σιωπηρή διαμαρτυρία και εσωτερική οργή στην έκρηξη. Στην Τυνησία και την Αίγυπτο η αλλαγή από την σιωπή στην έκρηξη έγινε σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικά και «αυθόρμητα».
Αυτές οι ελίτ απέτυχαν ακόμη να προβλέψουν ή ακόμη και να εκτιμήσουν τη δυναμική του λαού, τους μηχανισμούς του κινήματος, τα όρια ανοχής, το σημείο της έκρηξης και τους παράγοντες που το οδήγησαν στο σημείο της μη επιστροφής όπου και έδωσαν μάρτυρες στον αγώνα ενάντια στην κρατική καταστολή.
Κανένας δεν πρόβλεψε τα γεγονότα της Τυνησίας. Όταν ο Μοχάμεντ Μπουαζιζί αυτοπυρπολήθηκε στις 17 Δεκέμβρη του 2010, πυροδοτώντας τις διαδηλώσεις του Σίντι Μπουζίντ, ακόμη και η πιο αισιόδοξη ανάλυση δεν εκτίμησε την ταχύτητα και τη δραματικότητα με την οποία ξετυλίχτηκαν τα γεγονότα. Τα γεγονότα τρέξανε με ταχύτητα χιονοστιβάδας και οδήγησαν στην φυγή του δικτάτορα και την πτώση του καθεστώτος στις 14 Γενάρη 2011. Το ίδιο ισχύει και για την Αίγυπτο, που από τις διαμαρτυρίες της 25ης Γενάρη περάσαμε στην πλήρη επανάσταση στις 28 Γενάρη και στην πτώση του καθεστώτος στις 11 Φλεβάρη. Όλα αυτά σε λιγότερο από ένα μήνα και στις δυο περιπτώσεις.
Η κύρια ώθηση που κάποιες ελίτ στην Τυνησία και την Αίγυπτο δώσανε ήταν το κάλεσμα για την πλήρη και ολοκληρωτική αλλαγή που θα ερχόταν με το διώξιμο αυτών των καθεστώτων, ένα κάλεσμα που θεωρούσε αυτά τα καθεστώτα (με όλο το προσωπικό τους, τα στηρίγματα, τους θεσμούς και τα παράγωγα τους) παράνομα. Και στις δυο χώρες υπήρχε μια απαγορευμένη εσωτερική αντιπολίτευση και μια εξόριστη αντιπολίτευση. Ενώ η επίσημα αναγνωρισμένη αντιπολίτευση μιλούσε για αστική «μεταρρύθμιση» η ριζοσπαστική αντιπολίτευση επέμενε στην «αλλαγή του καθεστώτος και το διώξιμο του τύραννου». Αυτή η επιμονή μπορεί να αποτέλεσε το πρελούντιο για την αποβολή του φόβου από το λαό και την μεταμόρφωση του σε μάζα έτοιμη να αντιταχτεί σε όλη την πυραμίδα του συστήματος, από την κεφαλή της (πρόεδρος/αρχηγός κράτους) μέχρι τη βάση (κυβερνών κόμμα, καμαρίλα, κυβερνητικοί θεσμοί).
Τα διδάγματα της Τυνησίας και της Αιγύπτου μπορούν να συμπυκνωθούν στα παρακάτω εννέα σημεία:
1.- Οι αραβικοί λαοί δεν είναι «νεκροί», όπως θεωρούνταν, κάτω από το βάρος πολλών αιώνων όπου δεν παρατηρήθηκαν μεγάλες λαϊκές επαναστάσεις. Μια μακρά παράδοση υποταγής έσπασε από τις μαζικές λαϊκές εξεγέρσεις. Έδιωξαν επίσης την υποτιθέμενη κατάρα που στερούσε την αραβική ιστορία από λαϊκές εξεγέρσεις.
2.- Οι λαοί ακόμη και με την απουσία μιας ηγετικής διανόησης μπορούν να ανατρέψουν καθεστώτα όταν η κατάσταση φτάσει σε ένα οριακό σημείο.
3.- Οι λαοί είναι πολύ πιο μπροστά και πιο προοδευμένοι πολιτικά από τους διανοούμενους και από την επίσημη και «εναλλακτική» (πιο ριζοσπαστική) αντιπολίτευση.
4.- Οι λαοί δεν η πολιτική εφεδρεία κανενός, ακόμη και αυτών που ισχυρίζονται ότι «εκπροσωπούν το λαό».
5.- Το άνοιγμα των ταξικών διαφορών ανάμεσα στην άρχουσα τάξη και των επιχειρηματιών συμμάχων της από τη μια, και της μάζας του πληθυσμού από την άλλη, με όλη την αδικία, την καταπίεση, τη φτώχεια, την ανεργία, τη διαφθορά και την παραβίαση των δικαιωμάτων που απορρέουν απ΄ αυτές τις διαφορές είναι η κύρια κινητήρια δύναμη της επανάστασης.
6.- Η επαναστατική τοποθέτηση είναι τελείως αντίθετη με τη ρεφορμιστική. Αυτό το βασικό δεδομένο αγνοείται σχεδόν πάντοτε από τις ελίτ των διανοουμένων και της αντιπολίτευσης. Όταν υπάρχει μεταρρύθμιση δεν θα υπάρχει επανάσταση, γιατί η μεταρρύθμιση είναι έτσι φτιαγμένη ώστε να ξεφουσκώνει τη κοινωνική οργή και την ανοιχτή αγανάκτηση. Σχεδιάζεται έτσι ώστε να βουλώνει τις τρύπες που δημιουργεί η διαφθορά, η εκμετάλλευση και η υποταγή. Κάθε απόπειρα να επιτευχτεί κοινωνική ειρήνη μέσα από τις «μεταρρυθμίσεις» και τη «συμμετοχή στην κυβέρνηση» σημαίνει ότι επιχειρείται η παράταση ζωής των διεφθαρμένων καθεστώτων και η διατήρηση του στάτους κβο. Η απουσία των μεγάλων ρεφορμιστικών ρευμάτων (όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα) από τους δρόμους της Τυνησίας μάλλον έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ωρίμανση των διαμαρτυριών και στη γρήγορη κλιμάκωση τους. Το ίδιο ισχύει και για την αιγυπτιακή επανάσταση, η οποία άρχισε και προχώρησε εν τη απουσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και της επιρροής της.
7.- Ως τώρα οι αραβικοί κύκλοι της διανόησης αποδείχτηκαν ανίκανοι να παράξουν θεωρίες που θα μπορούσαν να προβλέψουν και να αναλύσουν την κίνηση των λαών και οι άραβες διανοούμενοι δεν μπόρεσαν ως τώρα να παρακολουθήσουν την κίνηση των μαζών και να την αναλύσουν εκ των υστέρων. Οι άραβες διανοούμενοι είναι σκανδαλωδώς εξαρτημένοι από τα καθεστώτα. Πρέπει να αλλάξουν στρατόπεδο.
8.- Τα επιτυχημένα μαζικά επαναστατικά κινήματα δεν αναδύονται από διαχωριστικές γραμμές (θρησκευτικές, εθνικές, τοπικές, κλπ) αλλά ξεπηδούν από αιτήματα που ενώνουν και ξεπερνούν όλες τις διαφορετικότητες.
9.- Ο βασικός ρόλος των διανοουμένων και των αντιπολιτευτικών ελίτ είναι να σπάσουν τα φράγματα του φόβου, να ξεσκεπάσουν ανοιχτά τη διαφθορά, την τυραννία και την υποταγή και να συμπαραταχτούν με απόψεις που τελικά αμβλύνουν τις ταξικές διαφορές.
* * * *
Στην Ιορδανία κανείς δεν φαίνεται να διδάχτηκε από τα όσα έγιναν στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Η επίσημη αντιπολίτευση (τα νόμιμα αντιπολιτευτικά κόμματα και οι επαγγελματικές ενώσεις) αναζητούν ακόμη ρεφορμιστικές επιλογές που αποτελούν συστατικό στοιχείο της κατάρρευσης της που άρχισε το 1989 (τη χρονιά που άρθηκε ο στρατιωτικός νόμος και ξεκίνησε η λεγόμενη «δημοκρατική εποχή»). Αυτή η αντιπολίτευση (που μοιάζει με όλες τις άλλες επίσημες αντιπολιτεύσεις στον αραβικό κόσμο) έχει υποστεί ουσιαστική και διεισδυτική κριτική τις τελευταίες δυο δεκαετίες και δεν χρειάζεται να επεκταθούμε εδώ σ’ αυτό το ζήτημα.
Η «εναλλακτική» αντιπολίτευση, που αυτοπαρουσιάζεται σαν η μόνη κατάλληλη να καταλάβει το κενό, δεν είναι πολύ καλύτερη : (1) έχει ένα χαρακτήρα απομονωτισμού «ανατολικής Ιορδανίας», (2) βασίζεται σε μια μετα-αποικιακή ταυτότητα η οποία δεν τυγχάνει εσωτερικής συναίνεσης, (3) λέει τα ίδια με την κυρίαρχη προπαγάνδα σε ζητήματα εθνικής ταυτότητας («Πρώτα η Ιορδανία», ή «Είμαστε όλοι ιορδανοί» συνθήματα που προβάλλονται και από το καθεστώς στην προσπάθεια να χτιστεί μια «ιορδανική εθνική ταυτότητα»).
Σημαντικό είναι ότι αυτή η «εναλλακτική αντιπολίτευση» έχει στενούς δεσμούς με την «παλιά φρουρά», μια από τις δυο ανταγωνιζόμενες «πτέρυγες» του ιορδανικού καθεστώτος που είχε περιθωριοποιηθεί ως ένα βαθμό όταν ο νεαρός βασιλιάς Αμπντουλάχ ΙΙ ανέβηκε στο θρόνο και προώθησε μια «πτέρυγα» της άρχουσας τάξης που αποτελείται από νέους επιχειρηματίες (οι λεγόμενοι «νεοφιλελεύθεροι»). Η «παλιά φρουρά» δεν είναι λιγότερο «νεοφιλελεύθεροι» μιας και είναι αυτοί που ξεκίνησαν την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του ΔΝΤ, τις ιδιωτικοποιήσεις και την απόσυρση του κράτους από τον κοινωνικό του ρόλο.* * * *
Επηρεασμένη από τις διαδηλώσεις στην Τυνησία, η «εναλλακτική αντιπολίτευση» κάλεσε την πρώτη «Μέρα Οργής» στην Ιορδανία στις 14 Γενάρη του 2011 σε μια μέτρια συγκέντρωση 500 ατόμων. Η επίσημη αντιπολίτευση μποϊκοτάρισε την εκδήλωση αυτή, όμως καθώς η τυνησιακή επανάσταση βάδιζε στην επιτυχία ο κόσμος ανταποκρίθηκε μαζικά την επόμενη Παρασκευή 21 Γενάρη σε μια συγκέντρωση 10.000 ατόμων. Την τρίτη Παρασκευή 28 Γενάρη ο αριθμός αυτός μειώθηκε. Την τέταρτη Παρασκευή 5 Φλεβάρη η διαδήλωση χωρίστηκε στα δυο. Η μία έγινε στο συνηθισμένο χώρο στο κέντρο της πόλης, η άλλη χιλιόμετρα μακριά έξω από το γραφείο του Πρωθυπουργού. Η διασπάσεις αυτές μάλλον θα αυξηθούν λόγω της παρουσίας του «απομονωτικού» στοιχείου στις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις και τη επικέντρωση αυτού του στοιχείου στο σύνθημα (αρχικά της «εναλλακτικής» και αργότερα και της επίσημης αντιπολίτευσης) για αποπομπή του πρωθυπουργού Σαμεέρ αλ-Ριφάι (πράγμα που έγινε λίγο αργότερα όπως αναμενόταν) και το σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας».
Ποιες είναι οι συνιστώσες της «εναλλακτικής αντιπολίτευσης»;
Βασικά είναι: το Ιορδανικό Κοινωνικό Αριστερό Κίνημα, η Ιορδανική Εθνική Πρωτοβουλία, το Εθνικό Προοδευτικό Ρεύμα, η Εθνική Επιτροπή των Βετεράνων του Στρατού, η Ιορδανική Ένωση Συγγραφέων, το Εθνικιστικό Προοδευτικό Ρεύμα καθώς και πολύ μικρές ομάδες όπως η Ένωση Δημοκρατικής Νεολαίας, η Φιλοσοφική Εταιρία, το Φόρουμ Σοσιαλιστικής Σκέψης, η Συνέλευση της Κιρκάσιας (Τσερκέζοι, στμ) Νεολαίας και η Ένωση Ενάντια στο Σιωνισμό και το Ρατσισμό.
Όλες αυτές οι ομάδες (εκτός από το Εθνικό Προοδευτικό Ρεύμα, την Εθνική Επιτροπή των Βετεράνων του Στρατού και το Εθνικιστικό Προοδευτικό Ρεύμα) αποτελούν το λεγόμενο «Κίνημα του Ιορδανικού Λαού». Και όλες χωρίς εξαίρεση απαρτίζουν την «Ιορδανική Εκστρατεία για Αλλαγή» και είναι σύμμαχες πολιτικά αλλά και οργανωτικά.
Μια σύντομη παρουσίαση ορισμένων απόψεων γι΄ αυτές τις ομάδες θα μας δώσει μια πιο ξεκάθαρη ιδέα για το τι αντιπροσωπεύουν. Ο Ναχέντ Χατάρ, ηγέτης του Εθνικού Προοδευτικού Ρεύματος, και πρώην ηγέτης του Κοινωνικού Αριστερού Κινήματος, μιας από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της «εναλλακτικής αντιπολίτευσης», έγραψε ένα άρθρο στο οποίο αποκαλύπτει ότι είχε αρκετές «μακρές συσκέψεις» με τον διοικητή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Έχει επίσης γράψει ένα άρθρο στη λιβανέζικη εφημερίδα αλ-Αχμπάρ όπου υπερασπίζεται τον συγκεκριμένο διοικητή, μετά το τέλος της θητείας του, θεωρώντας τον «ένα από τα σύμβολα του ιορδανικού εθνικού κινήματος». Ο Ομάρ Σαχίν, ηγέτης του Ιορδανικού Εθνικού Αριστερού Κινήματος, έγραψε ότι αυτές οι συσκέψεις έγιναν με τη συγκατάθεση και την ευλογία του κινήματος. Επίσης ο Χατάρ και το Ιορδανικό Κοινωνικό Αριστερό Κίνημα ήταν ανάμεσα στους πρώτους που προώθησαν την απομονωτική μετα-αποικιακή ταυτότητα σε θεωρητικό επίπεδο, θεωρώντας την νόμιμη και σαν βάση για την ανάπτυξη ενός εθνικού απελευθερωτικού κινήματος.
Αυτή την άποψη την μοιράζονται με την Ιορδανική Εθνική Πρωτοβουλία η οποία καλεί σε μια αποκρυστάλλωση μιας «ιορδανικής ταυτότητας πλήρους και ολοκληρωμένης». Καλεί επίσης στη δημιουργία ενός ιορδανικού εθνικού κινήματος ξέχωρου από το παλαιστινιακό. Αυτή η κατασκευή θέλει να παρουσιάσει την «ιορδανική κοινωνία» και την «παλαιστινιακή κοινωνία» σαν δυο ξεχωριστές οντότητες που έχουν κοινά συμφέροντα. Η αρχική εκδοχή της ιστοσελίδας της Ιορδανικής Εθνικής Πρωτοβουλίας είχε συνθήματα όπως «Πρώτα η Ιορδανία» και «Είμαστε όλοι ιορδανοί».
Η Ιορδανική Ένωση Συγγραφέων είναι από τους μεγαλύτερους αποδέκτες κρατικής χρηματοδότησης μέσω του Υπουργείου Πολιτισμού και του Δήμου του Αμμάν, ενώ οι περισσότεροι ηγέτες της είναι επιφανείς προσωπικότητες που είτε δουλεύουν στα κυβερνητικά Μέσα και στον πολιτιστικό μηχανισμό είτε λαμβάνουν μια σειρά προνόμια από το κράτος.Ο ηγέτης του Εθνικιστικού Προοδευτικού Ρεύματος συμμετείχε στις πρόσφατες (πλατιά μποϊκοταρισμένες) εθνικές εκλογές οι οποίες θεωρήθηκαν συνέχιση της διάσπασης του ιορδανικού κοινωνικού ιστού σε φυλές, οικογένειες και περιοχές. Οι εκλογές και ο εκλογικός νόμος θεωρήθηκαν επίσης σαν το τελειωτικό χτύπημα σε κάθε δυνατότητα γνήσιας μεταρρύθμισης.
Μια άλλη σημαντική πλευρά είναι ότι πολλές απ΄ αυτές τις ομάδες είναι διαφορετικά ονόματα για τους ίδιους ανθρώπους. Μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι η Ιορδανική Εθνική Πρωτοβουλία, η Ιορδανική Ένωση Συγγραφέων, το Φόρουμ Σοσιαλιστικής Σκέψης, η Φιλοσοφική Εταιρία και η Συνέλευση της Κιρκάσιας Νεολαίας είναι διαφορετικά πρόσωπα της ίδιας ομάδας ανθρώπων οργανωμένων βασικά στην Ιορδανική Εθνική Πρωτοβουλία, και κατά δεύτερο λόγο στην Ένωση Δημοκρατικής Νεολαίας και το Ιορδανικό Κοινωνικό Αριστερό Κίνημα.
Κανένας δεν εργάστηκε πραγματικά για να εντάξει τα παλαιστινιακά προσφυγικά στρατόπεδα στις «μέρες οργής». Τη μόνη φορά που ένα απ΄ αυτά τα στρατόπεδα (το αλ-Μπακά, την πρώτη «μέρα οργής») προσπάθησε να συμμετάσχει, αγνοήθηκε από το κάλεσμα της Ιορδανικής Εθνικής Πρωτοβουλίας. Μερικές οργανώσεις του συνασπισμού αυτού θεωρούν τους παλαιστίνιους σαν εφεδρείες του νέο-φιλελευθερισμού και τους θεωρούν ταξικούς αντιπάλους των ανατολικών ιορδανών.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω τα βασικά προβλήματα της αντιπολίτευσης επικεντρώνονται στο βασικό στόχο που έχει επιλεγεί και που υιοθετείται και από την επίσημη αντιπολίτευση: απομάκρυνση της κυβέρνησης Σαμίρ αλ-Ριφάι και σχηματισμός κυβέρνησης «εθνικής ενότητας».Είναι γνωστό στην Ιορδανία ότι οι υπουργοί είναι εκτελεστικά όργανα. Δεν είναι πρόσωπα επιφορτισμένα με τη χάραξη πολιτικής και στρατηγικής. Η απαίτηση για κυβερνητικές αλλαγές δεν θα αλλάξει τίποτα στο στρατηγικό επίπεδο και θεωρείται απλά μια υπόγεια προσπάθεια αυτών που το απαιτούν για να πάρουν τη θέση αυτών που θέλουν να διώξουν. Κανείς δεν συζητά στην Ιορδανία την νομιμότητα της πολιτικής εξουσίας. Αντίθετα και η επίσημη και η εναλλακτική αντιπολίτευση θεωρούν τον επικεφαλής της πολιτικής εξουσίας σαν ένα είδος μετριοπαθούς σοφού, παρά το γεγονός ότι συνταγματικά είναι επικεφαλής τριών εξουσιών. Και οι δυο αντιπολιτεύσεις καλούν «σε αλλαγή πολιτικής και όχι αλλαγή καθεστώτος». Η Μουσουλμανική Αδελφότητα δήλωσε ότι «οι ισλαμιστές της Ιορδανίας ζητούν μεταρρυθμίσεις, όχι ολοκληρωτική αλλαγή. Αναγνωρίζουμε τη νομιμότητα του καθεστώτος», ενώ η Ιορδανική Εκστρατεία για την Αλλαγή, η οποία περιλαμβάνει όλες τις εναλλακτικές αντιπολιτευτικές ομάδες, δηλώνει ότι «ο βασιλιάς είναι η μόνη σταθερά της ιορδανικής πολιτικής» και τονίζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ασυλία του.
Τελικά έγινε το αναμενόμενο. Η κυβέρνηση αλ-Ριφάι έπεσε και στη θέση της διορίστηκε μια παλιά καραβάνα, ο Μαρούφ αλ-Μπακχίτ, πρώην στρατηγός και πρεσβευτής στο Ισραήλ. Επίσης όπως ήταν αναμενόμενο υπήρξε μια γενική ανακούφιση και στους δύο αντιπολιτευτικούς κύκλους. Η Εθνική Επιτροπή των Βετεράνων του Στρατού και η ηγεσία του Εθνικού Προοδευτικού Ρεύματος καλωσόρισαν το νέο πρωθυπουργό. Ο εκπρόσωπος τύπου της Ιορδανικής Εκστρατείας για την Αλλαγή περιέγραψε την τοποθέτηση αυτή σαν ένα «βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», ενώ ο Μαχντί αλ-Σααφίν, (στέλεχος της Εκστρατείας και της Ιορδανικής Κοινωνικής Αριστεράς) δήλωσε ότι «η Ιορδανική Εκστρατεία για την Αλλαγή θα δώσει στο νέο πρωθυπουργό την ευκαιρία να εκτελέσει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων». Όσον αφορά την επίσημη αντιπολίτευση, τα συνθήματα για αποπομπή της κυβέρνησης εξαφανίστηκαν μαζί με τις καθιστικές διαμαρτυρίες των ισλαμιστών και άλλων νόμιμων κομμάτων, καθώς αποφάσισαν να δώσουν στην κυβέρνηση αλ-Μπακχίτ «μια δοκιμαστική περίοδο ανοχής».
Θεωρούν άραγε οι συμμετέχοντες στις «μέρες οργής» ότι η αποπομπή ενός υπουργού ή ενός πρωθυπουργού, ή κάποια άλλη κυβερνητική αλλαγή θα είναι ικανή να φέρει κάποια οικονομική, κοινωνική, πολιτική αλλαγή στη χώρα; Θυμούνται άραγε την τεράστια εκστρατεία ενάντια στον πρώην υπουργό Σχεδιασμού Μπασέμ Αουανταλάχ, που θεωρήθηκε ο μοναδικός και βασικός υπαίτιος της οικονομικής κατάρρευσης και της διαφθοράς της Ιορδανίας ; Ο Αουανταλάχ διώχτηκε, όμως τίποτε δεν άλλαξε, η οικονομική κατάσταση χειροτερεύει, οι τιμές ανεβαίνουν κατακόρυφα. Αργότερα ο Σαμίρ αλ-Ριφάι, νεοδιορισμένος πρωθυπουργός από τον χώρο των επιχειρήσεων, δαιμονοποιήθηκε ως ο μόνος υπεύθυνος γα τη διαφθορά δεκαετιών. Η αναχώρηση του θεωρήθηκε σαν η μαγική λύση για όλα. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι αυτή η διαδικασία δαιμονοποίησης δείχνει την τάση απομονωτισμού της εναλλακτικής αντιπολίτευσης. Παρά την παρουσία μιας μεγάλης γκάμας «νεοφιλελεύθερων», αυτοί που επιλέγονται για δαιμονοποίηση είναι σχεδόν πάντα παλαιστινιακής καταγωγής χωρίς σύνδεση με τις μεγάλες φυλές ή τις ανατολικο-ιορδανικές οικογένειες. Σε μια εξέλιξη χωρίς προηγούμενο η βασίλισσα Ράνια (παλαιστινιακής καταγωγής) στοχοποιήθηκε από άτομα των φυλών ως σύμβολο διαφθοράς και συγκρίθηκε με την Λαϊλά Τραμπουλσί, σύζυγο του διωγμένου τυνήσιου δικτάτορα Μπεν Αλί.
Αν τους δοθεί η ευκαιρία να σχηματίσουν κυβέρνηση, νομίζουν άραγε οι της εναλλακτικής αντιπολίτευσης ότι μπορούν να μετασχηματίσουν τη χώρα και από εξαρτημένη να την κάνουν κυρίαρχη και ανεξάρτητη, παρά το γεγονός ότι η Ιορδανία βασίζεται κατά πολύ στην ξένη βοήθεια και μπορεί πολύ εύκολα να στραγγαλιστεί όπως η λωρίδα της Γάζας;
Με τα υπάρχοντα δεδομένα, όποιος μπαίνει στην κυβέρνηση βασιζόμενος στην τοπική «εθνική» ατζέντα έχει δυο επιλογές: παραίτηση ή «ρεαλισμός». Η πραγματικότητα του μετα-αποικιακού κράτους και η ταυτότητα του είναι η υποταγή, η διαφθορά και η λειτουργικότητα. Ο σχηματισμός ή η συμμετοχή σε κυβέρνηση είναι το πρώτο βήμα ενσωμάτωσης στην πολιτική ελίτ, της οποίας οι κανόνες και οι μηχανισμοί έχουν θεσμοθετηθεί από την πολιτική εξουσία και είναι αδύνατο να ξεφύγει κανείς.Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η πολιτική εξουσία στη διάρκεια της βασιλείας του Χουσεΐν είχε το μοναδικό χαρακτηριστικό απορρόφησης της αντιπολίτευσης. Απορροφούσε επίσης και αυτούς που έκαναν απόπειρες πραξικοπήματος ενάντια του, κάνοντας τους υπουργούς, πρεσβευτές, ακόμη και διοικητές της αντικατασκοπείας. Η απορρόφηση της αντιπολίτευσης ήταν σημαντικός στυλοβάτης που εξαφανίστηκε στη διάρκεια της βασιλείας του Αμπντάλα, καθώς άλλαξαν οι προτεραιότητες προς την κατεύθυνση εξυπηρέτησης των συμφερόντων νέων επιχειρηματιών που ήταν πιστοί μόνο στο κέρδος και που αποκόπτονταν από τοπικές ή φυλετικές διασυνδέσεις. Αντίστοιχα, η πολιτική εξουσία στην Ιορδανία θεσμοθέτησε μια ταξική ταυτότητα, ενώ η αντιπολίτευση εργάζεται προς την κατεύθυνση εξασθένισης των ταξικών διαφορών προσπαθώντας να μπει στη δομή του καθεστώτος και να επαναφέρει στην εξουσία την παλιά φρουρά και προσωπικότητες που έχουν δεσμούς με τις παραδοσιακές δομές της κοινωνίας. Αυτό θα συσκοτίσει την αναδυόμενη ταξική δομή και θα απελευθερώσει ταξικές εντάσεις με αποτέλεσμα να παρατείνονται οι κύκλοι διαφθοράς και υποταγής. Η απαίτηση για κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» αντανακλά επιπλέον την επιθυμία αυτών που αποκλείονται από τη δομή της εξουσίας και θέλουν να επανακτήσουν τη θέση τους μέσα της για να πάρουν ένα κομμάτι από την πίτα. Σίγουρα δεν αντανακλά τη διάθεση για «πλήρη αλλαγή» που θα μπορούσε να καλλιεργηθεί αν παρέμεναν εκτός της δομής εξουσίας.
Συμπερασματικά. Η «εναλλακτική αντιπολίτευση» δεν έχει τα βασικά προαπαιτούμενα για να θεωρηθεί ανεξάρτητη από την πολιτική εξουσία. Έχει επίσης υιοθετήσει μια απομονωτική θέση στο ζήτημα της ταυτότητας και στο επίπεδο της απελευθέρωσης. Αυτό αδυνατίζει κάθε πραγματική προσπάθεια ωρίμανσης της ταξικής σύγκρουσης.
Όμως, τα διδάγματα της Τυνησίας και της Αιγύπτου ακούστηκαν από ορισμένα ανοιχτά αυτιά. Κυρίως τα αυτιά της πολιτικής εξουσίας! Η εξουσία επανέφερε τις επιδοτήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης, ανακοίνωσε αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, δέχτηκε προσωπικότητες της αντιπολίτευσης σε κρατικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Κι όχι μόνο. Δεν απαγόρευσε τις διαδηλώσεις της «μέρας της οργής», ούτε απαίτησε άδεια γι΄ αυτές. Δεν υπήρχε αστυνομική παρουσία στη διάρκεια των διαδηλώσεων. Μερικοί αστυνομικοί μάλιστα μοίραζαν χυμούς και νερό στους διαδηλωτές.Το καθεστώς της Ιορδανίας διδάχτηκε από τα γεγονότα της Τυνησίας και της Αιγύπτου. Η αντιπολίτευση όχι!
* Ο Hisham Bustani ζει στο Αμάν και είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Είναι ενεργό στέλεχος των κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων στην Ιορδανία και της Συμμαχίας Αντίστασης των Αραβικών Λαών. Είναι επίσης στέλεχος του Φόρουμ Σοσιαλιστικής Σκέψης στην Ιορδανία. Συμμετείχε στην Διεθνή Αντικαπιταλιστική –Αντιμπεριαλιστική Συνάντηση στο Πάντειο το 2006 και στην Θεσσαλονίκη-Αντίσταση 2003. Το άρθρο μεταφράστηκε από τα αγγλικά , για λογαριασμό της «Προλεταριακής Σημαίας» από τον Άρη Λάμπρου. Ολόκληρο το άρθρο με τις παραπομπές βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.tlaxcala-int.org/article.asp?reference=4006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου