προς αναζήτηση συμμαχιών και συναίνεσης
για την κλιμάκωση της επίθεσης στα δικαιώματα
μαθητών-εκπαιδευτικών-φοιτητών
ΝΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΜΑΣ!
Με την ψεύτικη και αποπροσανατολιστική ρήση «tabula rasa» -άγραφο χαρτί- η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προχωράει εντατικά στην προώθηση του «εθνικού διαλόγου» για τις αλλαγές στο λύκειο και το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Παράλληλα εμφανίζεται διατεθειμένη να συζητήσει «επίμαχες» πλευρές του νόμου πλαίσιο ενώ διαμηνύει πως το θέμα των κολεγίων δεν αποτελεί προτεραιότητα γι' αυτήν.
Ξεκινώντας από τα δύο τελευταία ζητήματα, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε τα εξής. Κατ' αρχάς όσον αφορά το ζήτημα των κολεγίων, θα ήταν «χαζό» από μέρους της η ηγεσία του ΥΠΕΠΘ να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά, τη στιγμή μάλιστα που η κατεύθυνση είναι ήδη δρομολογημένη τόσο με το νόμο του καλοκαιριού του 2008 όσο και με την απόφαση του ευρωδικαστηρίου. Οσο για τα προεδρικά διατάγματα που εκκρεμούν για την ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας 36/05 στην ελληνική νομοθεσία, φαίνεται πως έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τη στιγμή που θα τα προωθήσει, προφανώς τηρώντας «χαμηλούς τόνους» και επικαλούμενη το γεγονός πως είμαστε στην Ε.Ε. και άρα δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Οσον αφορά τα «επίμαχα» ζητήματα του νόμου πλαίσιο, από τις μέχρι τώρα «διαρροές» φαίνεται πως αυτά αφορούν τα ζητήματα «συνδιοίκησης». Σ' αυτό το πεδίο ήταν φανερές οι αντιθέσεις που πυροδότησαν οι ρυθμίσεις του νόμου πλαίσιο μέσα στον πανεπιστημιακό μηχανισμό αλλά και στις κυρίαρχες παρατάξεις που στήριζαν χρόνια τώρα τις αντιδραστικές πολιτικές στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Δεν θα ήταν λοιπόν έξω από τη λογική τους διορθωτικές παρεμβάσεις οι οποίες θα ενταχθούν σε μια γενικότερη κατεύθυνση αναστήλωσης συμμαχιών και δημιουργίας συναινετικού κλίματος για την παραπέρα προώθηση όλου του υπόλοιπου αντιδραστικού τερατουργήματος του νόμου πλαίσιο.
Συνεχίζοντας να «διαβάζουμε» πίσω από τις γραμμές, είναι φανερό τουλάχιστον για μας πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, έχοντας σαν δεδομένα τον δίχρονο φοιτητικό ξεσηκωμό (2006-2007) και φυσικά το Δεκέμβρη που συντάραξε όλο το πολιτικό σύστημα, προσπαθεί σε αυτή τη φάση να δημιουργήσει τους καλύτερους δυνατούς όρους για μια συνολική επαναπροώθηση της επίθεσης στα δικαιώματα της νεολαίας στις σπουδές και τη δουλειά. Ειδικότερα θέλει να δημιουργήσει ευνοϊκό έδαφος για το πέρασμα σοβαρών αντιδραστικών επιλογών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Θεωρώντας -και σωστά- πως γι' αυτό χρειάζεται η οικοδόμηση συναίνεσης, συμμαχιών ή έστω «ανοχής» τόσο στο πολιτικό επίπεδο όσο και με τμήματα του εκπαιδευτικού κατεστημένου (πανεπιστημιακός μηχανισμός) αλλά και με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες των εκπαιδευτικών και των εργαζομένων. Θεωρώντας πως μέσω του «διαλόγου» στριμώχνει ή μπορεί στην πορεία να στριμώξει παραπέρα δυνάμεις (όπως ο ΣΥΝ ή και το ΚΚΕ που αρνούνται να συμμετέχουν) που λόγω των χαρακτηριστικών τους και των προσανατολισμών τους είναι «ευάλωτες» -περισσότερο ο ΣΥΝ, λιγότερο το ΚΚΕ σ' αυτή τη φάση- στη «δημοκρατική διαβούλευση». Ιδιαίτερο τμήμα αυτής της προσπάθειας είναι η αναζήτηση, μέσω της πολιτικής πίεσης, ενός κοινού -αντιδραστικού- πλαισίου διεξαγωγής της «συζήτησης» με το ΠΑΣΟΚ, με μίνιμουμ στόχο να χρεωθεί το ΠΑΣΟΚ προς το σύστημα μια «ανεύθυνη» στάση. Το ΠΑΣΟΚ αρχικά μπήκε στο διάλογο μέσω της ΔΟΕ και της ΓΣΕΕ, προσπαθώντας να διαμορφώσει κάποιους όρους για να μη βγει εκτεθειμένο διπλά, δηλαδή προς το σύστημα και προς το λαό, με φανερή την έγνοια του ειδικά ως προς το σύστημα, σε μια φάση που διεκδικεί το χρίσμα του διαχειριστή της κυβερνητικής εξουσίας. Γι' αυτό και στη συνέχεια δήλωσε τη συμμετοχή του, αφήνοντας ανοιχτό ζήτημα την παραπέρα στάση του ανάλογα με το πώς θα κυλήσουν οι πολιτικές εξελίξεις. Τέλος, να σημειώσουμε πως η ντρίμπλα τής υποτίθεται πιο «αριστερής» ΟΛΜΕ, που ζητάει διμερείς επαφές με την ηγεσία του ΥΠΕΠΘ, δεν παύει να λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και να εξωραΐζει τους στόχους του «διαλόγου».
Στην κατεύθυνση δημιουργίας ενός προσωπείου «διαλόγου» και «συνεννόησης» είναι και το χρίσμα που δόθηκε στον Μπαμπινιώτη και το πέρασμα σε δεύτερο πλάνο του Βερέμη. Βέβαια σ' αυτό το πεδίο υπάρχει και «κάτι» ακόμα: πιθανολογείται από πολλές πλευρές πως η πρόταση Μπαμπινιώτη για το λύκειο και τις εξετάσεις πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση συνάδουν περισσότερο με τους αντίστοιχους προσανατολισμούς σε επίπεδο κυβέρνησης. Επιπλέον ας σημειώσουμε ότι η πρόταση του ΕΣΥΠ (στο οποίο πρόεδρος είναι ο Βερέμης) που βγήκε στο φως της δημοσιότητας στα τέλη Γενάρη εμπεριείχε μια διαδικασία πολύ δύσκολα εφαρμόσιμη στις σημερινές συνθήκες. Για τη συντομία του άρθρου, προέβλεπε διεξαγωγή απογευματινών φροντιστηριακών μαθημάτων σε όλη τη διάρκεια των δύο τελευταίων τάξεων του λυκείου! Πιο πριν το ΕΣΥΠ (όπως ο Μπαμπινιώτης) «ερωτοτρόπησε» με τη δημιουργία προπαρασκευαστικού έτους στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ (πρόταση 12+1 όπως ονομάστηκε) και επιλογή αυτών που θα συνεχίσουν από τα ίδια τα ιδρύματα σε συνεργασία με το ΥΠΕΠΘ μετά από σκληρές εξετάσεις. Αλλωστε, τη δημιουργία προπαρασκευαστικού έτους πρότεινε και ο ΣΥΝ με κάποιες πιο λάιτ ρυθμίσεις για τη συνέχεια των σπουδών. Μια παραλλαγή της τελευταίας, που δεν είχε πολλούς υποστηριχτές, προέβλεπε την ελάττωση κατά ένα των χρόνων σπουδών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση (από 12 στα 11 χρόνια) και μετατροπή του 12ου έτους σε προπαρασκευαστικό. Αντίστοιχα το ΠΑΣΟΚ επαναφέρει την παλιά πρόταση Ευθυμίου –παραλλαγή των νόμων του Αρσένη- για ενδοσχολικές εξετάσεις στη Β' και Γ' λυκείου από τράπεζα θεμάτων. Σκληρές εξετάσεις για την εισαγωγή στα τμήματα υψηλής ζήτησης και εισαγωγή στα υπόλοιπα εφόσον δεν υπερκαλύπτονται οι θέσεις.
Κατέβασμα και άπλωμα των ταξικών φραγμών - εξεταστική κρησάρα
Η σημερινή πρόταση Μπαμπινιώτη, πιο πραγματιστική αλλά όχι λιγότερο αντιμαθητική και αντιλαϊκή από τις άλλες, προβλέπει:
α) Διεξαγωγή των εξετάσεων μετά το λύκειο, που θα διεξάγονται από το ΥΠΕΠΘ, αλλά η ύλη και τα θέματα θα καθορίζονται από τα πανεπιστήμια. (Ο ίδιος βέβαια έχει προτείνει και διάφορα άλλα εναλλακτικά συστήματα που προέβλεπαν προπαρασκευαστικό έτος.) Μάλιστα σε άρθρο του τον περασμένο Αύγουστο αναφέρει χαρακτηριστικά: «Με διευρυμένη ύλη (π.χ. Γενική Ιστορία της Ελλάδας και όχι μόνο κάποια κεφάλαια της Ιστορίας, της διδαχθείσας στην τελευταία τάξη του Λυκείου…)».
β) Δραστικός περιορισμός των επιλογών σε τμήματα που θα μπορούν να δηλώσουν οι υποψήφιοι.
γ) Υψηλή μοριοδότηση της επίδοσης (μέσος όρος βαθμολογίας) όλων των τάξεων του λυκείου.
δ) Εφαρμογή της αξιολόγησης στους εκπαιδευτικούς, για να ανταποκριθούν στο νέο «υψηλό ρόλο» του λυκείου.
Γενικότερα οι προτάσεις που έχουν έρθει στο φως από πλευρές της κυβέρνησης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, γενικότερα από διάφορους παράγοντες του συστήματος, έχουν βασικό στόχο την αντιδραστική προσαρμογή της εκπαίδευσης στις συνθήκες ολόπλευρης κρίσης του εξαρτημένου ελληνικού καπιταλισμού. Την πλήρη αποκατάσταση του κατανεμητικού ρόλου της εκπαιδευτικής λειτουργίας για την αναπαραγωγή της ταξικής διαστρωμάτωσης. Ωστε να συνταιριάζει η εκπαίδευση με τις συνθήκες που δημιουργεί η γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου στην εργατική τάξη και το λαό. Επίθεση που βίαια και γοργά συμπιέζει κοινωνικά και οικονομικά μεγάλα τμήματα της εναπομείνασας αγροτιάς αλλά και σημαντικά τμήματα μικροαστικών στρωμάτων της πόλης. Ωστε να συνταιριάζει η εκπαίδευση με τις συνθήκες γενικευμένης ανασφάλειας, ανεργίας και ελαστικών σχέσεων εργασίας που το κεφάλαιο παλεύει να επιβάλει στο σύνολο των εργαζομένων στη χώρα μας. Την αποκατάσταση του ιδεολογικού ρόλου του πανεπιστημίου αλλά και του λυκείου. Το χτύπημα και τη διάλυση του κινήματος της νεολαίας και των εκπαιδευτικών στην εκπαίδευση. Κεντρική στόχευση στο όλο εγχείρημα αποτελεί ο έλεγχος της ροής προς την τρίτη βαθμίδα, με την όρθωση ισχυρών ταξικών τοίχων-φίλτρων στο δικαίωμα της μαθητικής νεολαίας για ανώτερες σπουδές. Εάν ο νόμος πλαίσιο εισάγει ισχυρούς ταξικούς φραγμούς μέσα στην τρίτη βαθμίδα, όλες οι προτάσεις για τις πιο κάτω βαθμίδες κινούνται σε δύο ταυτόχρονα αλληλοσυμπληρούμενες κατευθύνσεις. Από τη μια, στην κατακόρυφη αύξηση των φραγμών στις τρεις τάξεις του λυκείου, που θα συμπληρώνουν και θα πολλαπλασιάζουν την αποθάρρυνση που δέχονται ήδη οι μαθητές από τις εξελίξεις στο δημοτικό, το γυμνάσιο αλλά και από τις γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις. Και που πιθανά θα αποτελέσουν με τη σειρά τους –εάν δεν βρουν αντίδραση- το εφαλτήριο για μια παραπέρα σκλήρυνση των σπουδών στο ίδιο το γυμνάσιο και το δημοτικό. Φραγμοί που θα σπρώχνουν είτε στην παραίτηση από τις σπουδές είτε προς την -με ελάχιστες επαγγελματικές προοπτικές- τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση. Από την άλλη, στη δημιουργία μιας εξεταστικής κρησάρας, ενός ταξικού κυματοθραύστη για την πρόσβαση στην τρίτη βαθμίδα, που θα πετάει σημαντικά τμήματα των μαθητών είτε σε τμήματα πάρκινγκ ανέργων είτε στα νύχια των κολεγιαρχών και των κέντρων φτηνής κατάρτισης. Αποσυμφορώντας τα τμήματα «υψηλής ζήτησης» από την ισχυρή πίεση που εξακολουθεί να ασκεί η μαθητική νεολαία και αποκαθιστώντας έτσι σ’ αυτό το πεδίο τόσο τον ιδεολογικό όσο και τον κατανεμητικό τους ρόλο. Γι' αυτούς τους λόγους αποκτά κρίσιμη σημασία για το σύστημα το χτύπημα, η διάλυση του κινήματος της νεολαίας και των εκπαιδευτικών. Αποκτά κρίσιμη σημασία η προσπάθεια ποδηγέτησής τους.
Με όσα περυτιλίγματα κι αν ντύσουν αυτή την αντιδραστική προσπάθεια -και αλήθεια έχουν πολλά- δεν μπορούν να αποφύγουν το γεγονός πως οι προσανατολισμοί τους έρχονται σε αντίθεση με τα δικαιώματα της συντριπτικής πλειοψηφίας της νεολαίας. Εάν λοιπόν αυτοί προετοιμάζουν έναν νέο κύκλο λεηλασίας των δικαιωμάτων, και η νεολαία έχει κάθε λόγο να προετοιμαστεί για να τον αντιμετωπίσει. Θα επανέλθουμε λοιπόν σύντομα.