Αγαπητοί Σύντροφοι και Φίλοι,
Συμπληρώθηκαν 90 χρόνια από την Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση. Την επανάσταση που άλλαξε τον κόσμο. Ακριβώς γι’ αυτό η αντιμετώπιση του Οκτώβρη δεν μπορεί να γίνει απλά και μόνο στη βάση ενός ιστορικού γεγονότος, έστω πολύ μεγάλων διαστάσεων και σημασίας. Μπορεί και πρέπει να αντιμετωπισθεί και σαν ένα ΣΗΜΕΡΙΝΟ πολιτικό ζήτημα.
Ο τρόπος που ορίζουμε τα σημερινά προβλήματα του κόσμου και την απάντηση που θεωρούμε ότι πρέπει να δοθεί καθορίζει και την οπτική μας απέναντι στον Οκτώβρη.
Ο τρόπος που εκτιμούμε την Οκτωβριανή Επανάσταση επιδρά με τη σειρά του καθοριστικά στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα σημερινά προβλήματα.
Βεβαίως όχι όλοι με τον ίδιο τρόπο, αλλά σε συνάρτηση με την ταξική, ιδεολογική και πολιτική σκοπιά που βλέπει κανείς τα πράγματα.
Γι’ αυτό και όλες οι αναλύσεις, τοποθετήσεις, εκδηλώσεις γίνονται με αφορμή αυτήν την επέτειο, αντιμετωπίζουν με ολότελα διαφορετικό τρόπο η κάθε μια την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ακριβώς επειδή με διαφορετικό τρόπο αντιμετωπίζουν και την σημερινή πραγματικότητα.
Ας το δούμε λίγο σε αναφορά με ένα κεντρικό ιδεολογικό, πολιτικό ζήτημα του σήμερα. Την -κυρίαρχη μάλιστα σήμερα- άποψη πως ο καπιταλισμός είναι «μονόδρομος».
Αστοί και κεφαλαιοκράτες διακηρύσσουν σ’ όλους τους τόνους και πάνω απ’ όλα τα μέσα, πως ναι είναι «μονόδρομος». Θα λέγαμε για έναν και μόνο απλούστατο λόγο. Επειδή θέλουν να είναι μονόδρομος. Επειδή θέλουν να αποκλείσουν την πιθανότητα αναζήτησης άλλου δρόμου από αυτόν που διασφαλίζει η κυριαρχία τους και την ανεμπόδιστη εκμετάλλευση και καταπίεση των λαών.
Η εργατική τάξη, οι κολασμένοι της γης, αρνούνται αυτό τον «μονόδρομο» αναζητούν τους δικούς τους δρόμους, αγωνίζονται ενάντια στο καπιταλιστικό ιμπεριαλιστικό σύστημα, προσβλέπουν στην ανατροπή του και σε μια άλλη -σοσιαλιστική- κοινωνία.
Οι μικροαστοί και κάθε λογής «ενδιάμεσοι» στριφογυρίζουν απεγνωσμένα ταλαντευόμενοι διαρκώς και αναζητώντας τον «σοσιαλισμό» τους μέσα στον καπιταλισμό, υποτασσόμενοι στην πραγματικότητα στον καπιταλιστικό «μονόδρομο».
Αντίστοιχη είναι και η αντιμετώπιση του Οκτώβρη. Για τους εκμεταλλευτές και δυνάστες των λαών υπήρξε ένα «έγκλημα» ακριβώς επειδή έγκλημα αποτελεί γι’ αυτούς κάθε κίνηση που αμφισβητεί που βάζει εμπόδια στη δυνατότητά τους να εκμεταλλεύονται και να δυναστεύουν τον κόσμο. Ακριβώς επειδή μόνο σαν «έγκλημα» θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μια Επανάσταση που όρθωνε φραγμό στα εγκλήματά τους ενάντια στην ανθρωπότητα.
Για τους κάθε λογής μικροαστούς ρεφορμιστές ο Οκτώβρης προχώρησε πέραν του «επιτρεπτού» και της «καλώς νοούμενης» αλλαγής πραγμάτων. Δηλαδή αυτής που θα της έδινε την θέση και τον ρόλο που θεωρούν πως τους «αξίζει». Ο Οκτώβρης ανατρέποντας μαζί με την φεουδαρχία και την αστική τάξη, παραμέρισε ταυτόχρονα και τους κάθε λογής καιροσκόπους αναδείχνοντας σε πρώτο πλάνο την εργατική τάξη και τις επαναστατικές δυνάμεις. Αυτό ήταν που δεν συγχώρεσαν ποτέ στον Λένιν και τους Μπολσεβίκους.
Για την εργατική τάξη, τους λαούς της γης, του κόσμου της δουλειάς και της βιοπάλης ο Οκτώβρης ήταν η αστραπή που φώτισε τον κόσμο τους. Ο κεραυνός που συνέτριψε τους δυνάστες τους. Η Επανάσταση που άνοιξε την πόρτα της Ιστορίας στους κολασμένους της γης.
Τι ήταν λοιπόν και τι είναι ο Οκτώβρης; Ποιον ρόλο έπαιξε στην πορεία και η εξέλιξη της ταξικής πάλης στην πορεία και την ανέλιξη της Ιστορίας;
Τον Οκτώβρη του 1917 η κόκκινη εργατική φρουρά της Πετρούπολης, οι επαναστατημένοι φαντάροι και ναύτες καταλαμβάνουν με έφοδο τα Χειμερινά Ανάκτορα. Και τίποτα δεν ήταν πλέον όπως πριν. Γιατί ξωπίσω τους κινήσανε τα εκατομμύρια των κολασμένων της γης, αποφασισμένων να πάρουν κι αυτοί μέρος σ’ αυτή την έφοδο στον ουρανό. Κι ένας κόσμος ολάκερος διάβηκε ορμητικά το κατώφλι της Ιστορίας. Ένα παγκοσμίων διαστάσεων απελευθερωτικό κίνημα διαμόρφωνε πλέον νέες πραγματικότητες στον κόσμο.
Το πέρασμα των μαζών στο προσκήνιο της Ιστορίας, η ανύψωσή τους σε ενεργό υποκείμενο της ιστορικής εξέλιξης υπήρξε μια καταλυτικού χαρακτήρα ανατροπή. Αχρήστευσε όλα τα παραδεκτά δεδομένα, τις σταθερές και τις συντεταγμένες με τις οποίες λειτουργούσε μέχρι τα τότε ο κόσμος. Οι εξελίξεις κινούνταν πλέον σ’ ένα εντελώς νέο πεδίο και διαμορφώνονταν στη βάση εντελώς διαφορετικών όρων απ’ ό,τι προηγούμενα. Ο κόσμος ήταν πλέον αλλιώς.
Αυτή την εξέλιξη δεν την αποδέχτηκαν ποτέ οι δυνάμεις του συστήματος. Την πολέμησαν και συνεχίζουν να την πολεμούν.
Και είναι αυτό ακριβώς που επιχειρούν σήμερα.
Να ξαναβάλουν τους λαούς στο περιθώριο.
Χωρίς συνείδηση της υπόστασης και των δικαιωμάτων τους.
Να τσακίσουν κάθε διάθεση και δυνατότητα αντίστασης και πάλης.
Να τους μετατρέψουν σε μια άβουλη, αδρανή και υποταγμένη μάζα.
Να διαμορφώσουν συνολικά τους όρους ενός σύγχρονου Μεσαίωνα.
Είναι αυτές οι σημερινές επιδιώξεις του καπιταλιστικού, ιμπεριαλιστικού συστήματος στη βάση της οποίας διάφοροι «ιστορικοί» αντιμετωπίζουν την Οκτωβριανή Επανάσταση και το σοσιαλισμό στον οποίο αυτή η επανάσταση άνοιξε τον δρόμο. Την πανστρατιά της λάσπης δεν είναι το χτες αυτό που κύρια την απασχολεί. Αυτό που στοχεύουν είναι το ΣΗΜΕΡΑ. Αν προσπαθούν να «διαγράψουν» τον Οκτώβρη, αν προσπαθούν να «εξαφανίσουν» από την ιστορία της ανθρωπότητας την σοσιαλιστική της περίοδο, δεν είναι για να ξαναγράψουν σε κάποια βιβλία -«διορθωμένη»- την ιστορία του χτες. Είναι για να επιδράσουν στην διαμόρφωση των όρων που καθορίζουν τις σημερινές και αυριανές εξελίξεις. Είναι επειδή παρά την παλινόρθωση και την ήττα, οι υποθήκες που άφησε ο Οκτώβρης, η σοσιαλιστική οικοδόμηση, οι κατακτήσεις των λαών, εξακολουθούν να ορθώνουν φραγμούς στους σημερινούς σχεδιασμούς τους.
Όχι δεν είναι άτρωτο, πανίσχυρο και ανίκητο το σύστημα, όπως επιχειρούν σήμερα να το εμφανίσουν προσπαθώντας να διασφαλίσουν την υποταγή των λαών.
Το έχει αποδείξει κιόλας η Οκτωβριανή Επανάσταση συντρίβοντας την εξουσία του κνούτου και μαζί της το προαιώνιο δέος απέναντι στην παντοδυναμία των αφεντάδων. Συνέχισαν να το αποδεικνύουν οι δεκάδες επαναστάσεις που ακολούθησαν το φωτεινό της παράδειγμα.
Όχι δεν είναι ματαιοπονία, δεν είναι ένα αδιέξοδο εγχείρημα το να πάρει ο κόσμος τη δουλειάς την εξουσία. Ότι κάτι τέτοιο μπορεί να υπάρξει μόνο σαν ένα συμπτωματικό γεγονός, σαν μια στιγμιαία «ιδιοτροπία» της Ιστορίας. Οι Ρώσοι εργάτες και η επαναστατημένη φτωχή αγροτιά απέδειξαν ότι μπορεί να κρατηθεί κόντρα στην περικύκλωση και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τον αποκλεισμό. Πάνω απ’ όλα ότι μπορεί να δημιουργήσει νέες πραγματικότητες.
Όχι δεν είναι νομοτέλεια η εκμετάλλευση. Δεν είναι η αντικειμενική αναγκαιότητα η ανεργία. Δεν υπαγορεύονται από τους «νόμους της οικονομίας» αλλά από την ακόρεστη δίψα του κεφαλαίου για κέρδη, οι «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, δηλαδή ο εξαναγκασμός των εργαζομένων να αναζητούν δεύτερη και τρίτη -ανασφάλιστη- δουλειά ώστε να προσφέρουν πολλαπλάσια στο κεφάλαιο.
Το απέδειξε ο σοσιαλισμός που διασφάλισε σταθερή δουλειά για όλους, που καθιέρωσε πριν από 90 χρόνια σε μια φτωχή και καθυστερημένη τότε χώρα το 8ωρο, το 7ωρο, το 6ωρο για τις βαριές και ανθυγιεινές δουλειές.
Όχι, δεν είναι «αναλογιστικό» πρόβλημα «διαχείρισης» η διασφάλιση των απόμαχων της δουλειάς. Δεν οφείλονται σε «ελλείμματα των Ταμείων» οι άθλιες συνθήκες περίθαλψης των λαϊκών στρωμάτων. Δεν οφείλονται σε «στενότητα πόρων» η πείνα και οι αρρώστιες που θερίζουν εκατομμύρια κόσμο σε εκτεταμένες περιοχές του πλανήτη.
Το απέδειξαν οι λαοί της ΣΕ της Κίνας και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών που από την μαύρη καθυστέρηση πέρασαν σύντομα σ’ ένα επίπεδο όπου μπορούσαν να διασφαλίζουν τροφή, ασφάλεια, ίση και δωρεάν περίθαλψη για όλους.
Όχι, δεν είναι προνόμιο μιας μειοψηφίας η μόρφωση και η επιστήμη δεν αφορά μόνο μια ελίτ, η τέχνη ο πολιτισμός.
Το απέδειξε ο σοσιαλισμός εδώ και δεκαετίες πραγματοποιώντας μια μορφωτική επανάσταση μέσα στην Επανάσταση, εξαλείφοντας τον αναλφαβητισμό πολύ πριν τεθεί καν ως ζήτημα στις αναπτυγμένες και υποτίθεται πολιτισμένες καπιταλιστικές χώρες. Το έθεσε σε μια εντελώς νέα βάση ανοίγοντας τις πόρτες της επιστήμης, της τέχνης και του πολιτισμού στα εκατομμύρια των ανθρώπων της δουλειάς.
Όχι, δεν οφείλονται στις «τυφλές δυνάμεις του σύμπαντος» οι πόλεμοι, αυτά τα σφαγεία των λαών. Δεν ήταν επιχείρηση «εκπολιτισμού των αγρίων» η αποικιοκρατία. Δεν ήταν και δεν είναι «ειρηνευτικές» οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που μακέλεψαν εκατομμύρια. Ήταν και παραμένουν συνειδητές επιλογές ενός συστήματος που είναι θεμελιωμένο πάνω στη βία που ζει και τρέφεται από τον ιδρώτα και το αίμα των λαών.
Το απέδειξε αυτό η Οκτωβριανή επανάσταση καθώς αποτέλεσε την έμπρακτη απάντηση των λαών σ’ αυτή τη βαρβαρότητα.
Όχι δεν είναι ουτοπία, δεν είναι αναίρεση της «φυσικής τάξης πραγμάτων» η ανατροπή εκείνων που θέλει να εμφανίζονται σαν οι μόνοι αρμόδιοι και ικανοί στην διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας.
Το απέδειξαν αυτό οι εργάτες και οι μουζίκοι που ανέλαβαν να οικοδομήσουν τον σοσιαλισμό αποδείχνοντας στην πράξη ότι η παραγωγή, η οικονομία, η κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί παραμερίζοντας την εκμεταλλευτική κυρίαρχη τάξη.
Όχι, δεν είναι ανέφικτο όνειρο η απελευθέρωση των λαών από το σιδερένιο εκμεταλλευτικό πλέγμα του καπιταλιστικού, ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Το απέδειξε αυτό το γιγάντιο απελευθερωτικό κίνημα που πυροδότησε σε παγκόσμια κλίμακα ο Οκτώβρης. Η πάλη της εργατικής τάξης και των λαών που πήρε νέα και πολύ μεγαλύτερη ορμή. Η συντριβή της ναζιστικής επιδρομής που είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Οι δεκάδες επαναστάσεις που ακολουθώντας το παράδειγμα του Οκτώβρη, συγκλόνισαν και άλλαξαν τον κόσμο.
Όχι, δεν είναι μονόδρομος ο καπιταλισμός.
Το έχει αποδείξει κιόλας το εργατικό κομμουνιστικό κίνημα. Πραγματοποιώντας την Οκτωβριανή Επανάσταση. Οικοδομώντας το σοσιαλισμό. Ανοίγοντας νέους δρόμους για την ανθρωπότητα. Γι’ αυτό και λυσσομανάνε ενάντιά του. Επειδή το εργατικό κομμουνιστικό κίνημα υπήρξε η μεγαλύτερη απειλή που εμφανίστηκε στην ιστορία για τους δυνάστες των λαών, για τις κυρίαρχες και προνομιούχες τάξεις. Ακριβώς επειδή απέδειξε ότι είχε και την αδιαπραγμάτευτη θέληση αλλά και την ικανότητα της συνολικής και έμπρακτης απάντησης.
Γι’ αυτό και δεν κουράζονται να καταριούνται και να συκοφαντούν:
Τον Μαρξ που θεμελίωσε την σύνδεση του εργατικού κινήματος με τη σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοσμοαντίληψη.
Τον Λένιν που καθοδήγησε την επανάσταση που ανέτρεψε την κυριαρχία τους.
Τον Στάλιν που θεμελίωσε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος.
Τον Μάο που καθοδηγώντας της επανάσταση στην Κίνα διαμόρφωσε έναν νέο παγκόσμιο συσχετισμό και που στην συνέχεια επιχείρησε να ανοίξει νέους δρόμους με την Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση.
Ματαιοπονούν ωστόσο.
Το «φάντασμα που προσπαθούνε να ξορκίσουν παίρνει καθημερινά υπόσταση μέσα στη «νέα» πραγματικότητα που επιχειρούν να διαμορφώσουν.
Με την επίθεση του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη και με στόχο την επαναθεμελίωση της ταξικής τους κυριαρχίας με τον πιο απόλυτο τρόπο.
Με την επέλαση του ιμπεριαλισμού ενάντια στους λαούς και με στόχο την επανακατάτκηση, επαναποικιοποίηση του κόσμου.
Με τον λυσσαλέο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το ξαναμοίρασμα του κόσμου και τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτό για την ανθρωπότητα.
Με τις επεμβάσεις, τους πολέμους, το μακέλεμα των λαών. Με την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, την εξαθλίωση εκατομμυρίων, το σύγχρονο δουλεμπόριο. Με την συγκέντρωση του πλούτου σε μια μειοψηφία χωρών και την εξαθλίωση από την άλλη, την ερήμωση ολάκερων χωρών.
Μια πολιτική που δεν οφείλεται παρά στην ίδια τη φύση του καπιταλιστικού, ιμπεριαλιστικού συστήματος. Στην ακόρεστη δίψα του κεφαλαίου για κέρδη. Στην ακατάσχετη ροπή του ιμπεριαλισμού για επέκταση. Στα εγκληματικά χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν αυτές οι τάσεις και που με βάση την ανατροπή των συσχετισμών, αναπτύσσονται σήμερα ασυγκράτητα.
Γι’ αυτό και αυτό το σύστημα δεν μπορεί να βελτιωθεί. Δεν μπορεί να διορθωθεί. Δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί. Δεν μπορεί να αλλάξει. Μπορεί μόνο να ανατραπεί.
Αυτή είναι η μόνη πραγματική διέξοδος για τους λαούς που υφίστανται την βαρβαρότητα του συστήματος. Και είναι αυτό που συνδέει τη σημερινή πραγματικότητα με τον Οκτώβρη και το σοσιαλιστικό δρόμο που αυτός άνοιξε. Είναι αυτό που αναδείχνει την αναγκαιότητα ενός νέου Οκτώβρη.
Όχι, δεν εννοούμε καθόλου πως η Ιστορία επαναλαμβάνεται.
Τουλάχιστον όχι με τον ίδιο τρόπο.
Ο νέος Οκτώβρης, που μπορεί να ‘ναι και Μάρτης ή Δεκέμβρης, θα ‘ρθει από τους δικούς του δρόμους. Θα ‘χει την δική του μορφή. Θα απαντάει στα ίδια κατά βάση προβλήματα. Αλλά με τον δικό του τρόπο. Θα ‘ναι «ίδιος» και ταυτόχρονα θα ‘ναι αλλιώτικος.
Ούτε βέβαια θα αποπειραθούμε να τον «περιγράψουμε». Δεν είναι στις δικές μας συνήθειες κάτι τέτοιο. Μπορούμε ωστόσο να θέσουμε ορισμένα βασικά ζητήματα.
Έχουμε καθαρό ότι η διέξοδος για τους λαούς δεν μπορεί να αναζητηθεί πουθενά αλλού παρά στη σύγχρονη πραγματικότητα. Στις σημερινές αντιθέσεις. Στις δυνάμεις που διαμορφώνονται και αναπτύσσονται στη βάση αυτών των αντιθέσεων. Στη σημερινή ταξική πάλη και τους όρους που αυτή διαμορφώνει.
Θεωρούμε σαν θεμελιακή προϋπόθεση την «εκ νέου» συγκρότηση της εργατικής τάξης σε «τάξη για τον εαυτό της». Επειδή μόνο μια τάξη μπορεί να ανατρέψει μια άλλη τάξη.
Την σε διαλεκτική συνάρτηση με το προηγούμενο ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος στη βάση των απαιτήσεων της εποχής μας. Επειδή όπως απέδειξε η Ιστορία και συνεχίζει να μας δείχνει η πραγματικότητα, η σύνδεση του εργατικού κινήματος με την κομμουνιστική κοσμοαντίληψη ήταν που συγκρότησε το «σώμα» καθολικής και σταθερής άρνησης του καπιταλιστικού συστήματος. Την δύναμη ανατροπής του. Την κοινωνική-πολιτική βάση περάσματος στον σοσιαλισμό.
Την αποκατάσταση και επαναπροβολή της σοσιαλιστικής διεξόδου, του σοσιαλιστικού οράματος στις συνειδήσεις των λαών. Επειδή αποτελεί την μόνη πραγματική και ολοκληρωμένη διέξοδο για τους λαούς. Ταυτόχρονα επειδή μπορεί να ερμηνεύει και να ενοποιεί την πάλη των λαϊκών μαζών.
Αυτή η ανασυγκρότηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πουθενά αλλού παρά μόνο στο πεδίο της ταξικής πάλης. Έξω απ’ αυτήν μπορεί να γίνονται μόνο σχεδιασμοί επί χάρτου. Μόνο μέσα στην πάλη με την πρωτοπόρα συμμετοχή και δράση των κομμουνιστών, την σύνδεση με τον λαό, τα προβλήματα και τους αγώνες του μπορούν να παίρνουν πραγματική υπόσταση οι όποιες προσπάθειες ανασυγκρότησης σε οποιοδήποτε πεδίο. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους μια θεμελιώδης προϋπόθεση αυτής της κατεύθυνσης είναι η κριτική αποτίμηση, η συναγωγή των απαραίτητων συμπερασμάτων για τις αιτίες και τους όρους της παλινόρθωσης, της ήττας. Ακριβώς για να συνδέσουμε, για να εντάξουμε τα όποια συμπεράσματά μας στη σημερινή γραμμή και πάλη.
Ας έχουμε καθαρό ότι η συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη για τον εαυτό της έχει σαν βασικό της στοιχείο τη συνείδηση του ιστορικού του ρόλου, σαν φορέα της επαναστατικής ανατροπής και της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αυτό ωστόσο δεν μπορεί να γίνει χωρίς ουσιαστικές και πειστικές απαντήσεις πάνω στις αιτίες και τους όρους της παλινόρθωσης, της ήττας. Δεν μπορούμε να προσπεράσουμε ιστορικές εξελίξεις τέτοιου συγκλονιστικού χαρακτήρα σαν να μην έχουν αυτές υπάρξει. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τις καταλυτικές συνέπειες που είχαν στις συνειδήσεις των μαζών τα ερωτήματα που έχουν γεννήσει, για τον απλούστατο λόγο ότι θα τα βρίσκουμε συνέχεια μπροστά μας. Βεβαίως η ταξική πάλη δεν σταμάτησε ποτέ και ούτε πρόκειται να σταματήσει. Το ποιους δρόμους θα παίρνει ωστόσο, σε ποιες κατευθύνσεις αν διαμορφώνει όρους προοπτικής ή οδηγείται σε αδιέξοδα, αυτό βρίσκεται σε συνάρτηση με το αν και ποιες απαντήσεις θα δίνονται στα ζητήματα που έχουν τεθεί.
Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα αναπτύσσεται ήδη μια ολάκερη φιλολογία και από όλες τις πολιτικές πλευρές. Για αναγκαιότητα επανεκτίμησης, επαναπροσδιορισμού, επανίδρυσης, αυτοκριτικής κ.λπ., κ.λπ. Φυσικά από την ταξική και πολιτική σκοπιά της κάθε πλευράς και σε σύνδεση με τις στοχεύσεις της. Από την αστική προπαγάνδα με τα άπειρα μέσα και τους χιλιάδες κονδυλοφόρους της που ακατάπαυτα μιλούν για την «αποτυχία» του εγχειρήματος» για το «αδιέξοδο» στο οποίο οδήγησε, για το «ουτοπικό» σε τελευταία ανάλυση του πράγματος.
Από τους ρεφορμιστές για να αναδείξουν το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο στο οποίο προσβλέπουν και για να δικαιώσουν την συνδιαλλαγή τους με το σύστημα, την ένταξή τους στον καπιταλιστικό «μονόδρομο». Από τους ρεβιζιονιστές με «αυτοκριτικές» που στην πραγματικότητα αποτελούν άρνηση κάθε αυτοκριτικής καθώς «προσπερνούν» τα πιο ουσιαστικά των προβλημάτων που έχουν τεθεί. Ακριβώς επειδή μια ουσιαστική προσέγγιση αυτών των ζητημάτων όχι μόνο θα αποκάλυπτε και τις δικές τους ευθύνες αλλά πάνω απ’ όλα την εμμονή τους στην ίδια στρεβλή παρωχημένη και αδιέξοδη κατεύθυνση. Από την μικροαστική διανόηση και τους καιροσκόπους διαφόρων διαβαθμίσεων που περιστρέφονται αυτάρεσκα γύρω από τον εαυτό τους αναμασώντας παμπάλαιες μεταφυσικές «εκτιμήσεις» σε μεταμοντέρνα συσκευασία με την φτηνή επιδίωξη «δικαίωσης» των ιδεοληψιών και της κενοδοξίας τους.
Απέναντι σ’ όλα αυτά, το ζητούμενο είναι εκείνη η κριτική αποτίμηση που συγκροτεί την εργατική τάξη, που την επανεξοπλίζει που την ξανακάνει ικανή να κινηθεί στην κατεύθυνση υλοποίησης της ιστορικής της προοπτικής. Αυτό είναι το αποφασιστικό κριτήριο. Και αυτό είναι ένα βασικό καθήκον με το οποίο έχουν να αναμετρηθούν οι κομμουνιστές. Ένα καθήκον που επιχείρησαν ήδη να το αντιμετωπίσουν οι Κινέζοι κομμουνιστές που με επικεφαλής τον Μάο Τσε Τουνγκ πραγματοποίησαν την ΜΠΠΕ. Ένα εγχείρημα που ανεξάρτητα με την τελική του έκβαση, άφησε πολύτιμες παρακαταθήκες στο παγκόσμιο προλεταριάτο. Ταυτόχρονα και ένα καθήκον στο οποίο οφείλει να ανταποκριθεί το κομμουνιστικό κίνημα σήμερα.
Ποιο το αντικείμενό μας
Αντικείμενό μας σε μια τέτοια κατεύθυνση, ο σοσιαλισμός. Αυτός που υπήρξε. Και όπως ακριβώς υπήρξε. Σ’ αυτό το πεδίο, σ’ αυτό το «σώμα» υπάρχουν όλα τα ζητούμενα και πουθενά αλλού. Οι απέραντες δυνατότητες που ανέδειξε η ύπαρξή του. Αλλά ταυτόχρονα και οι αδυναμίες του, οι ανεπάρκειες, τα λάθη. Οι αντιφάσεις που εξελίχθηκαν σε αντιθέσεις. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αποτέλεσαν τους φορείς αυτών των αντιφάσεων, αντιθέσεων. Τα ζητήματα και τα πεδία στα οποία αναμετρήθηκαν.
Σε μια τέτοια βάση, δεν έχει κανένα νόημα για μας μια τέτοια συζήτηση που θα περιστρέφεται γύρω από το αν λ.χ. «εφαρμόστηκε σωστά η θεωρία». Που θα επικεντρώνεται σε «λάθη». Που θα κρίνει αυτό που έχει συντελεστεί σε αναφορά με κάποιο ιδεατό μοντέλο. Που θα περιορίζει την «εξήγηση» μιας τέτοιας ανατροπής στην «προδοσία» κάποιων στελεχών.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 πραγματοποιείται στην ΣΕ μια κρίσιμη ανατροπή. Οι ρεβιζιονιστές παίρνουν το πάνω χέρι και στρέφουν τη ΣΕ σε μια πορεία που το τέρμα της είναι η ολοκληρωτική καπιταλιστική παλινόρθωση. Η ανατροπή αυτή συνδέθηκε -όχι τυχαία- με τον θάνατο του Στάλιν. Αλλά αν το βιολογικό τέλος του Στάλιν εξάλειφε το μεγαλύτερο εμπόδιο στα σχέδια των ρεβιζιονιστών, το πραγματικό ζήτημα είχε ήδη τεθεί πριν και ανεξάρτητα απ’ αυτό.
Η ουσία του πράγματος βρισκόταν στο ότι η πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης είχε φτάσει σ’ ένα σημείο καμπής. Ο σοσιαλισμός έπρεπε να αντιμετωπίσει πλέον τα προβλήματα που έθετε η ίδια του η ανάπτυξη και μετά απ’ αυτά ένα συνολικό πρόβλημα πορείας. Αυτά άλλωστε αποτυπώθηκαν στις συζητήσεις που άνοιξαν την ίδια περίοδο, με πιο σημαντική αυτήν για τα οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού. Συζητήσεις που κατά την άποψή μας δεν αφορούσαν απλά τις διαφορετικές απόψεις κάποιων στελεχών, αλλά αντανακλούσαν και εξέφραζαν πραγματικές αντιφάσεις και αντιθέσεις που ήδη λειτουργούσαν στα πλαίσια της σοβιετικής κοινωνίας. Ταυτόχρονα και τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που ήδη αντιπαρατίθενταν στη βάση αυτών των αντιθέσεων και των διαφορετικών επιλογών που προωθούσαν.
Σε ποιες δυνάμεις αναφερόμαστε και πώς τις εννοούμε.
Η εργατική τάξη, η φτωχή αγροτιά, φαντάροι και ναύτες, με την πολιτική καθοδήγηση των μπολσεβίκων και στη βάση της επαναστατικής στρατηγικής του Λένιν, ανατρέπουν την κυριαρχία του συστήματος και παίρνουν την εξουσία. Οι ίδιες αυτές δυνάμεις αντιμετωπίζουν την αντεπανάσταση, σταθεροποιούν τη σοβιετική εξουσία και προωθούν τους πρωταρχικούς, βασικούς σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς. Σ’ αυτές τις δυνάμεις προστίθεται στην πορεία η -κατά Στάλιν- «εργαζόμενη διανόηση», οι γνωστοί σαν «κόκκινοι ειδικοί». Μια νέα κοινωνική κατηγορία που προέρχονταν από τον λαό και για ένα διάστημα συνέβαλε καθοριστικά στην αντιμετώπιση σοβαρών προβλημάτων της σοβιετικής κοινωνίας.
Την ύπαρξη και συλλειτουργία αυτών των δυνάμεων θα πρέπει να την αντιλαμβανόμαστε σε μια ορισμένη βάση. Σαν ένα διαλεκτικά συναρτημένο πλέγμα δυνάμεων που λειτουργούν στη βάση συγκεκριμένων σχέσεων μεταξύ τους αλλά και συγκεκριμένων ρόλων για την κάθε μια απ’ αυτές. Μια σχέση που θέλει την εργατική τάξη σαν την βασική και ταυτόχρονα ηγετική κοινωνική δύναμη. Την εργατοαγροτική συμμαχία σαν κοινωνική βάση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Το κόμμα σαν την πολιτική έκφραση της εργατικής τάξης. Την εργαζόμενη διανόηση σαν υπάλληλη σχέση και το κράτος στην υπηρεσία τους.
Αυτές οι δυνάμεις και στη βάση μιας τέτοιας σχέσης αποτέλεσαν την δύναμη της επαναστατικής ανατροπής και του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Όχι απλά και μόνον με την έννοια της διαμόρφωσης συσχετισμών ισχύος αλλά και σαν μια σχέση στη βάση της οποίας «παράγονταν», προωθούνταν, αναπτύσσονταν η επαναστατική κατεύθυνση. Και εκείνο που χρειάζεται να υπογραμμιστεί εδώ είναι πως μόνο στη βάση αυτών των συγκεκριμένων σχέσεων μπορούσε να επιτελέσει έναν τέτοιο ρόλο.
Η «αποσύνδεση» των παραγόντων αυτού του πλέγματος, οι μεταβολές στις μεταξύ τους σχέσεις, οι ανατροπές σε ρόλους και «ιεραρχίες» αλλοιώνει τον χαρακτήρα του, μας δίνει μια εντελώς διαφορετική σύνθεση. Αυτές οι ανατροπές βρίσκονται και στη βάση της διαμόρφωσης των όρων που «προετοίμασαν» και οδήγησαν στη συνολική ανατροπή.
Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.
Οι όροι της ανατροπής
Η κοινωνική δύναμη που αποτέλεσε τον φορέα της αντεπαναστατικής στροφής, που άνοιξε το δρόμο στη διαδικασία της παλινόρθωσης ήταν η ιντελιγκέντσια (η «εργαζόμενη διανόηση») που πολιτικά εκφράστηκε με το ρεβιζιονιστικό ρεύμα. Στη βάση ποιων όρων, ωστόσο, η «εργαζόμενη διανόηση» από κοινωνική κατηγορία «υπάλληλος» του επαναστατικού μπλοκ διαμορφώθηκε σε αντεπαναστατικό στρώμα και μάλιστα ικανό να πάρει την εξουσία;
Τον κεντρικό και αποφασιστικής σημασίας ρόλο σε μια τέτοια αρνητική εξέλιξη θεωρούμε πως έπαιξε η σταδιακή αδρανοποίηση της εργατικής τάξης. Η «απενεργοποίησή» της σε αναφορά με τη θέση, το ρόλο, την λειτουργία και τη δυνατότητα ενεργής παρέμβασής της στις εξελίξεις.
Η εργατική τάξη αποτέλεσε την αποφασιστική δύναμη της επανάστασης και τον βασικό κοινωνικό φορέα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Είχε πλήρη και ενεργή συμμετοχή όχι μόνο στην παραγωγή αλλά και στην εν γένει οικονομική λειτουργία, τη διαμόρφωση των κοινωνικών όρων αλλά και των πολιτικών αποφάσεων.
Στην πορεία, ωστόσο, αυτός ο τρόπος λειτουργίας αρχίζει να ατονεί. Όλο και περισσότερο η «αρμοδιότητα» μετατοπίζεται από την εργατική τάξη σε άλλα όργανα και δυνάμεις της σοβιετικής κοινωνίας (Κόμμα, κράτος, ιντελιγκέντσια). Αυτή η μετατόπιση, αυτή η αδρανοποίηση της εργατικής τάξης ήταν που έβγαλε τελικά «εκτός μάχης» τον πιο αποφασιστικό παράγοντα στήριξης της επαναστατικής κατεύθυνσης στην πορεία μετασχηματισμού της σοβιετικής κοινωνίας.
Μια ανάλογη εξέλιξη έχουμε σε σχέση με την λειτουργία και τον ρόλο του κόμματος. Το κόμμα των μπολσεβίκων είχε συγκροτηθεί και λειτουργούσε σε ολόπλευρη διαλεκτική σχέση με την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες. Αντίστοιχη και η εσωτερική του δομή και λειτουργία από τη βάση μέχρι την κορυφή. Αυτά αποτέλεσαν και τους θεμελιώδεις παράγοντες που το κάναν ικανό να καθοδηγήσει τόσο την επανάσταση όσο και την πορεία των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Από ένα σημείο και πέρα, ωστόσο, αυτή η λειτουργία αρχίζει και εδώ να ατονεί, ο ρόλος του κόμματος να υποβαθμίζεται.
Στην πραγματικότητα διαμορφώνονται οι όροι ενός «διαχωρισμού». Ανάμεσα στην πλατιά βάση του κόμματος από τη μια και το στελεχικό του δυναμικό από την άλλη. Το δεύτερο, από ένα σημείο και πέρα, λειτουργεί περισσότερο σαν στελεχικό δυναμικό του κράτους παρά του κόμματος. Έτσι δεν είχαμε την -όπως λέγεται από πολλούς- «υποταγή του κράτους στο κόμμα», αλλά την εντελώς αντίθετη εξέλιξη. Μια ανατροπή που αναιρούσε την διαλεκτική σχέση κόμματος-εργατικής τάξης. Απ’ αυτό το σημείο και πέρα, το κόμμα όλο και λιγότερο λειτουργούσε σαν η συμπυκνωμένη -πολιτική- έκφραση της εργατικής τάξης και όλο και περισσότερο σαν πεδίο «μεταφοράς αρμοδιότητας» από την εργατική τάξη στο κράτος (και μέσω αυτού στην ιντελιγκέντσια).
Από την άλλη μεριά έχουμε μια διαρκή ενίσχυση της θέσης και του ρόλου της ιντελιγκέντσιας στα διάφορα πεδία που αυτή λειτουργεί και δραστηριοποιείται. Στην παραγωγή, την εν γένει οικονομική και κοινωνική λειτουργία, στον χώρο της καθ’ αυτής διανόησης, στους θεσμούς, τους μηχανισμούς, το κόμμα, το κράτος. Όλο και περισσότερο διαμορφώνεται στον καθοριστικό παράγοντα που εκτιμά, κρίνει, σχεδιάζει, έχει την πρωτοβουλία κινήσεων, παίρνει τις αποφάσεις ή και υλοποιεί με τον «δικό της τρόπο» τις κεντρικές πολιτικές αποφάσεις.
Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερο διαμορφώνεται στα πλαίσιά της μια αντίληψη ιδιαιτερότητας του ρόλου της, μια ιδεολογία ελίτ. Σ’ αυτή τη βάση, την επαναστατική κομμουνιστική κατεύθυνση την αντιλαμβάνονταν όλο και περισσότερο σαν ένα «καταναγκασμό» που την εμπόδιζε να αναπτύξει τις δυνατότητές της και από τον οποίο έπρεπε να «απαλλαγεί». Στην πραγματικότητα, αυτό που κυρίως έπαιρνε υπόσταση στα πλαίσιά της ήταν η ταξικού χαρακτήρα αντίθεσή της με την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες.
Αυτή η εξέλιξη αρχίζει να παίρνει σοβαρή υπόσταση προς το τέλος της δεκαετίας του ’30 και ενισχύεται στην διάρκεια του πολέμου. Ιδιαίτερα προς το τέλος του και καθώς διαγράφεται η προοπτική της νίκης και η ισχυροποίηση της ΣΕ σε επίπεδα παγκόσμιας υπερδύναμης. Μια τέτοια προοπτική επιδρά στην ισχυροποίηση όλων αυτών των τάσεων και φιλοδοξιών (έως και μεγαλορωσικών). Ταυτόχρονα παροξύνονται η αντίθεσή τους απέναντι στην εργατική τάξη και οι διαθέσεις «απαλλαγής» από μια ιδεολογία που αποτελεί «φρένο» για την υλοποίηση αυτών των φιλοδοξιών.
Σ’ αυτές τις συνθήκες και με αυτούς τους όρους ιδιαίτερης σημασίας υπήρξε ο ρόλος του κράτους. Με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα και τις συνθήκες της περιόδου, έχουμε μια σημαντική συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στο κράτος. Αυτό ήταν ως ένα βαθμό αντικειμενική αναγκαιότητα αλλά ταυτόχρονα εμπεριείχε αντιφάσεις, προβλήματα και κινδύνους. Το κράτος σαν οργανισμός δεν είναι κάτι αυθύπαρκτο. Συγκροτείται, υπάρχει και λειτουργεί σε αναφορά και στην υπηρεσία κοινωνικών δυνάμεων. Το σοβιετικό κράτος συγκροτείται από την εργατική τάξη και λειτουργεί σε αναφορά με αυτή και στην υπηρεσία της. Η σε μια πορεία «απενεργοποίηση» της εργατικής τάξης, η κατά μια έννοια «αποσύνδεση» του κράτους απ’ αυτήν δεν σήμαινε και την μετατροπή του σε αυθύπαρκτο οργανισμό. Το κράτος δεν ήταν και δεν θα μπορούσε να παραμείνει ένας «ουδέτερος» και «υπερταξικός» οργανισμός απλής διεκπεραίωσης υποθέσεων. Ο βαθμός «αποσύνδεσής» του από την εργατική τάξη σηματοδοτούσε ταυτόχρονα και τους ρυθμούς μετατροπής του σε κράτος της ιντελιγκέντσιας.
Έτσι έχουμε μια συνολική μετατόπιση του κέντρου βάρους της σοβιετικής κοινωνίας από την εργατική τάξη και την εργατοαγροτική συμμαχία στο νέο ηγετικό στρώμα της ιντελιγκέντσια. Ένα στρώμα που αποκτάει όλο και περισσότερο συνείδηση κοινότητας συμφερόντων και διαμορφώνει μια ιδιαίτερη δική του (ρεβιζιονιστική) ιδεολογία. Συγκροτείται, οργανώνεται και προετοιμάζεται με την επαναστατική κομμουνιστική πτέρυγα του ΚΚΣΕ. Η τελευταία και με επικεφαλής τον Στάλιν αντιδρά σ’ αυτές τις κινήσεις, ο τρόπος ωστόσο που συνολικά αντιμετωπίζει το ζήτημα δεν είναι επαρκής για την ανατροπή μιας κατεύθυνσης που είχε πάρει κιόλας το δρόμο της. Οι ρεβιζιονιστές ελίσσονται, αποφεύγουν την μετωπική αντιπαράθεση ενόσω ζει ο Στάλιν για να περάσουν στην τελική επίθεση μετά τον θάνατό του.
Για τις αιτίες
Ως προς τους όρους και τις αιτίες μιας τέτοιας εξέλιξης, θα μπορούσαμε ίσως να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε αντικειμενικές και υποκειμενικές, παρόλο που μια τέτοια διάκριση δεν είναι πάντα και τόσο «ασφαλής» ή ακόμα μπορεί να εμπεριέχει και στοιχεία υποκειμενισμού.
Το πέρασμα από ένα κοινωνικό, οικονομικό σύστημα σ’ ένα άλλο δεν ήταν ποτέ και δεν είναι μια «στιγμή» της ιστορίας. Όπως μας έχουν δείξει οι ιστορικές εξελίξεις, μπορεί να διαρκέσει έως και αιώνες. Από τις δουλοκτητικές στις φεουδαρχικές από τις φεουδαρχικές στον καπιταλισμό. Σ’ αυτή τη βάση ούτε και το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό θα μπορούσε (ή μπορεί) να γίνει εφάπαξ. Θα διαρκέσει και αυτό μια ιστορική περίοδο ανεξάρτητα από το ότι δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε την διάρκειά της.
Ο άλλος βασικός όρος του προβλήματος συνίσταται στο ότι οι σοσιαλιστικές-κομμουνιστικές παραγωγικές, οικονομικές, κοινωνικές κ.λπ. σχέσεις χρειάζονται, καθώς αναφέρει και ο Στάλιν, να «οικοδομηθούν από το μηδέν».
Αυτό είναι ένα πρόβλημα αντικειμενικού χαρακτήρα και συνδέεται με τον τρόπο λειτουργίας του καπιταλισμού, τον οποίο διαδέχεται ανατρέποντάς τον ο σοσιαλισμός. Ένα πρόβλημα που, ας σημειωθεί, δεν αντιμετώπισε ή το αντιμετώπισε σε πολύ μικρότερη κλίμακα ο καπιταλισμός διαδεχόμενος την φεουδαρχία. Η αστική τάξη ακόμη και στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος είχε τη δυνατότητα να διαμορφώνει -ως ένα βαθμό τουλάχιστον- παραγωγικές σχέσεις καπιταλιστικού χαρακτήρα. Αντίθετα στα πλαίσια του καπιταλισμού δεν είναι δυνατό να δημιουργηθούν σε καμία κλίμακα παραγωγικές σχέσεις σοσιαλιστικού χαρακτήρα, με βάση τον τρόπο λειτουργίας του.
Ο άμεσα ενεργός ρόλος της αστικής τάξης και του κεφαλαίου στην παραγωγική, οικονομική διαδικασία το αποκλείει καθώς θα προκαλούσε άμεση, μετωπική και καθολικού χαρακτήρα σύγκρουση. Τέτοια που μπορεί να λυθεί μόνο με την ανατροπή της κυριαρχίας του κεφαλαίου από την εργατική τάξη.
Ανάλογο χαρακτήρα και «όρια» έχει και η συγκρότηση της εργατικής τάξης. Η εργατική τάξη συγκροτείται στα πλαίσια του καπιταλισμού και στη βάση όρων που την φέρναν σε αγεφύρωτη και καθολικού χαρακτήρα αντίθεση με την αστική τάξη. Σαν δύναμη ικανή να ανατρέψει την κυριαρχία του κεφαλαίου και να προχωρήσει στους πρωταρχικούς βασικούς σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς και να ανοίξει έτσι το δρόμο στον συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας σε κομμουνιστική κατεύθυνση.
Δεν υπήρχαν, ωστόσο, και δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν όλοι εκείνοι οι όροι που θα κάναν εφικτό τον άμεσο και ολοκληρωμένο μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων, ώστε να πάρουν αυτές την «τελική» κομμουνιστική τους μορφή.
Ακριβώς αυτή η σχέση πραγμάτων είναι που ορίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας μεταβατικής περιόδου. Μιας περιόδου, κατά την διάρκεια της οποίας οι παραγωγικές σχέσεις μπορούν και πρέπει να μετασχηματίζονται διαρκώς σε κομμουνιστική κατεύθυνση. Ένα προτσές που μπορεί να αναπτύσσεται μόνο σε διαλεκτική συνάρτηση με την αντίστοιχη ανάπτυξη των δυνατοτήτων της εργατικής τάξης, του αποφασιστικού της ρόλου σε όλα τα πεδία και εκφράσεις της κοινωνικής ζωής από την παραγωγή μέχρι τον …πολιτισμό. Αυτή η διαδικασία ούτε σύντομη μπορεί να είναι ούτε ένα «τεχνικό» πολιτικό πρόβλημα ή ζήτημα «σχεδιασμού». Κατά κύριο λόγο αποτελεί ζήτημα ταξικής πάλης, η οποία συνεχίζεται σ’ όλη τη διάρκεια της ιστορικής περιόδου μετάβασης από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, πριν αλλά και μετά το πάρσιμο της εξουσίας.
Από υποκειμενική άποψη το εργατικό κομμουνιστικό κίνημα ήταν μέχρις ενός βαθμού προετοιμασμένο στο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θα τίθονταν στην πορεία. Βεβαίως το αν αυτό μπορεί να καταταγεί με σιγουριά στους υποκειμενικούς (ή όχι) όρους του προβλήματος είναι ένα ερώτημα, αλλά ας μην μείνουμε σ’ αυτό.
Το κίνημα ήταν έτοιμο να αντιμετωπίσει κατά βάσιν τα ζητήματα για τα οποία το είχε «προετοιμάσει» η ταξική πάλη στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος.
Δεν ήταν στον ανάλογο βαθμό προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θα ανέκυπταν στην συνέχεια και στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Τα προβλήματα που θα αναδείχνονταν με βάση τους μετασχηματισμούς που το ίδιο θα πραγματοποιούσε ή για να το πούμε διαφορετικά, δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένο για να «αναμετρηθεί» με το ίδιο το δικό του δημιούργημα.
Βεβαίως υπήρχαν θεωρητικές απόψεις που προϊδέαζαν για τα νέα προβλήματα που θα προκύψουν.
Απόψεις ωστόσο που αντικειμενικά δεν είχαν και δεν θα μπορούσαν να έχουν την πλήρη εποπτεία και συνακόλουθα τον ανάλογο βαθμό διερεύνησης προβλημάτων που θα εμφανίζονταν σε μια επόμενη περίοδο.
Ένα βασικό ζήτημα που αναδείχτηκε έτσι ήταν η αντιμετώπιση της μεταβατικής περιόδου σαν μιας σχετικά βραχυχρόνιας «πολιτικής» περιόδου, στη διάρκεια της οποίας το καθεστώς της δικτατορίας του προλεταριάτου θα μπορούσε να ολοκληρώσει τους σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς, να οδηγήσει στον κομμουνισμό. Άρα θα μπορούσε και να «προγραμματιστεί».
Μια βασική έκφραση αυτής της λογικής μπορούμε να τη δούμε στον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν ο ρόλος του κόμματος, του κράτους και εν γένει των «υποκειμένων» αυτής της πορείας. Αν αυτή η ιστορία μπορεί να «προγραμματιστεί», αυτό σημαίνει ότι κάποια όργανα (υποκείμενα) μπορούν να πραγματοποιήσουν (σχεδιάσουν-καθοδηγήσουν) αυτόν τον προγραμματισμό. Έτσι η τάση ενίσχυσης του ρόλου του κόμματος, του κράτους των μηχανισμών αποκτάει και μια θεωρητική βάση. Μόνο που αυτά τα υποκείμενα (όπως και κάθε τι) δεν βρίσκονται «έξω» και «υπεράνω» αυτής της ιστορικής πορείας και της ταξικής πάλης που διεξάγεται στα πλαίσιά της. Βρίσκονται «μέσα» σ’ αυτήν, δέχονται τις επιδράσεις της και διαμορφώνονται και αυτά με βάση αυτές τις επιδράσεις.
Ταυτόχρονα δεν κατανοούνταν έγκαιρα, ουσιαστικά και σ’ όλες του τις διαστάσεις και συνέπειες, ότι μια τέτοια αντίληψη, και ανάλογες πρακτικές, υποβάθμιζε αντικειμενικά τον ρόλο της εργατικής τάξης σαν της βασικής δύναμης προώθησης, σαν του «αυτουργού» αυτών των μετασχηματισμών. Περισσότερο της «ανέθετε» τον ρόλο στήριξης-υλοποίησης αυτού του προγραμματισμού, των μετασχηματισμών που θα πραγματοποιούνταν στην διάρκεια αυτής της «πολιτικής» μεταβατικής περιόδου. Από την άποψη αυτή μια τέτοια αντίληψη συνέβαλε στην διαδικασία απενεργοποίησης, αδρανοποίησης της εργατικής τάξης με όλα τα αρνητικά επακόλουθα.
Όλα αυτά μαζί και με άλλα που δεν αναφέραμε αποτέλεσαν βασικούς παράγοντες που επέδρασαν στην μετατόπιση κέντρου βάρους της σοβιετικής κοινωνίας από την εργατική τάξη στους μηχανισμούς, το κράτος και σε τελευταία ανάλυση την ιντελιγκέντσια, με όλα όσα αρνητικά επακολούθησαν και τα οποία πλέον όλοι γνωρίζουμε.
Ορισμένα βασικά συμπεράσματα
Θεωρούμε ότι η ανθρωπότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στην ιστορική περίοδο μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Μια περίοδος που ανοίγει με την μετατροπή της από δύναμη προόδου σε δύναμη αντίδρασης.
Μια μετάβαση που προωθείται με φορέα την εργατική τάξη συγκροτημένης στη βάση της κομμουνιστικής κοσμοαντίληψης.
Μια πορεία που κορυφώθηκε με την Οκτωβριανή Επανάσταση ανοίγοντας έτσι τους νέους δρόμους για την πορεία του κόσμου.
Η παλινόρθωση, η ήττα δεν αναιρούν τα βήματα και τις κατακτήσεις που έγιναν σ’ αυτή την κατεύθυνση. Δεν αλλάζουν το ότι η κομμουνιστική προοπτική αποτελεί τον «ορίζοντα» προς τον οποίο κινείται ο κόσμος. Θέτουν, ωστόσο, επιτακτικά το ζήτημα της κρίσιμης αποτίμησης αυτής της πορείας, της συναγωγής των απαραίτητων συμπερασμάτων.
Η ένταξη αυτών των συμπερασμάτων στη σημερινή συγκρότηση και γραμμή του κομουνιστικού κινήματος αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματική προώθηση της πάλης του και εκπλήρωση των μεγάλων του στόχων.
Ως προς αυτό από τη μεριά μας θα θέλαμε να αναφερθούμε σύντομα σε ορισμένα που θεωρούμε βασικά.
Η επανάσταση, η ανατροπή της κυριαρχίας του καπιταλιστικού συστήματος και της αστικής τάξης αποτελούν τον πρωταρχικό, αναγκαίο και απαράγραπτο όρο για το πέρασμα στην σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοινωνία.
Οι πρωταρχικοί σοσιαλιστικού χαρακτήρα μετασχηματισμοί είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την έκφραση αυτής της ανατροπής στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό πεδίο.
Αυτοί είναι οι απαραίτητοι πρωταρχικοί και θεμελιώδεις όροι για το άνοιγμα της διαδικασίας συνολικότερων μετασχηματισμών αλλά όχι και οι επαρκείς για την ολοκλήρωσή τους. Ακριβώς επειδή αυτά τα βήματα αντιστοιχούν στο δοσμένο επίπεδο ανάπτυξης και συγκρότησης των δυνατοτήτων της εργατικής τάξης όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί μέσα από την πάλη της στο προηγούμενο διάστημα.
Αυτή άλλωστε η σχέση πραγμάτων είναι που θέτει την αναγκαιότητα για την ύπαρξη μιας μεταβατικής περιόδου συνολικότερων και όλο και πιο προωθημένων μετασχηματισμών σε σοσιαλιστική -κομμουνιστική κατεύθυνση.
Αυτή την περίοδο δεν την αντιλαμβανόμαστε σαν ένα βραχυχρόνιο -«πολιτικό»- διάστημα αλλά σαν μια μακροχρόνια ιστορική περίοδο συνολικών κοινωνικών μετασχηματισμών και ανεξάρτητα από το πόσο αυτή θα διαρκέσει.
Ταυτόχρονα πως αυτός ο μετασχηματισμός δεν γίνεται στη βάση κάποιου μοντέλου προς το οποίο οφείλει να προσαρμοστεί η κοινωνία.
Από τη μεριά μας τον αντιλαμβανόμαστε περισσότερο σαν ανάπτυγμα του σοσιαλιστικού οικονομικού-κοινωνικού σχηματισμού με όλα τα αντιφατικά στοιχεία που αναπόφευκτα θα εμπεριέχει αυτή η εξέλιξη και συνεπώς με όρους ταξικής πάλης.
Γενικότερα θεωρούμε πως αυτή η ιστορική κίνηση δεν μπορεί να υποταχθεί σε κάποιο συνολικό σχεδιασμό, σε κάποιο «τελικό» και «ολοκληρωμένο» πρόγραμμα μετάβασης. Η ιστορία δεν προγραμματίζεται.
Στην ίδια βάση θεωρούμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει κάποιο πολιτικό όργανο που να μπορεί να αναλάβει αυτόν τον «προγραμματισμό» και καθοδήγηση αυτής της πορείας από την αρχή μέχρι το ιστορικό της «τέλος». Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι αναιρούμε την αναγκαιότητα διαμόρφωσης προγραμμάτων κίνησης και δράσης, της ύπαρξης κρατικών, οικονομικών, πολιτικών οργάνων και βεβαίως του κόμματος.
Η ταξική πάλη και ανεξάρτητα με ποιες μορφές θα συνεχίζεται και στη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου και ταυτόχρονα θα συνεχίζει να εμφανίζεται «συμπυκνωμένη» στο πολιτικό πεδίο, να εκφράζεται και σαν πολιτική πάλη.
Αυτό σημαίνει ότι η συγκρότηση της εργατικής τάξης θα εξακολουθεί να έχει σαν όρο της την συγκρότησή της και στο πολιτικό επίπεδο, θα συνεχίσει να χρειάζεται το κόμμα της. Ένα κόμμα που θα διαμορφώνεται στη βάση των δεδομένων της ταξικής πάλης αυτής της μεταβατικής περίοδου για όσο διάστημα το χρειάζεται η εργατική τάξη και σε όποια μορφή το χρειάζεται.
Εκείνο που θέλουμε να είναι σαφές είναι πως τα οποιαδήποτε πολιτικά όργανα βρίσκονται «μέσα» σ’ αυτήν την ιστορική διαδικασία, υπόκεινται στους όρους της και διαμορφώνονται ή και αναδιαμορφώνονται με βάση αυτούς. Δεν υπάρχουν και δεν μπορούν να υπάρξουν όργανα που να βρίσκονται «έξω» και «υπεράνω» αυτής της εξέλιξης.
Τέλος θα θέλαμε να αναφερθούμε σ’ αυτό που θεωρούμε σαν το κρισιμότερο των ζητημάτων και αφορά τον ρόλο της εργατικής τάξης.
Ο μακροχρόνιος, κοινωνικός χαρακτήρας του μετασχηματισμού σημαίνει ότι αυτός μπορεί να είναι έργο κατά κύριο λόγο μιας κοινωνικής τάξης. Ο Λένιν, και σε αναφορά με το ζήτημα της ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, λέει πως «μια τάξη μπορεί να ανατραπεί μόνο από μια άλλη τάξη» και αυτό είναι απόλυτα σωστό. Πολύ περισσότερο ωστόσο ισχύει αυτό όσον αφορά τον συνολικό μετασχηματισμό μιας κοινωνίας. Μόνο μια τάξη που η ύπαρξη, η λειτουργία και η δράση της μπορεί να καλύπτει καθημερινά, την κάθε στιγμή, όλα τα πεδία, όλους τους αρμούς μιας κοινωνίας μπορεί να πραγματοποιήσει τον συνολικό της μετασχηματισμό. Και μόνο μια τάξη όπως η εργατική μπορεί να προσανατολίσει αυτόν τον μετασχηματισμό σε σοσιαλιστική-κομμουνιστική κατεύθυνση. Αυτό συνδέεται με την φύση της, τη θέση της στην παραγωγή και την κοινωνία, τα χαρακτηριστικά της ως τάξη. Ταυτόχρονα θα πρέπει να είναι κατανοητό ότι και αυτή η κοινωνία θα χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη αντιφάσεων, αντινομιών, αντιθέσεων. Αυτό σημαίνει ότι αυτή η πορεία θα είναι ταυτόχρονα και μια διαδικασία πάλης ταξικού χαρακτήρα.
Το ζήτημα της συγκρότησης της εργατικής τάξης και σε αναφορά με το σύνολο των προβλημάτων που έχει να αντιμετωπίσει. Από τα άμεσα μέχρι αυτό της συνολικής προοπτικής. Το ποια μορφή, ποια χαρακτηριστικά θα έχει αυτή η συγκρότηση, δεν είναι κάτι που μπορεί να προκαθοριστεί θεωρητικά. Εδώ μπορούμε πούμε ότι: Η μορφή συγκρότησης της εργατικής τάξης σε «τάξη για τον εαυτό της» διαμορφώθηκε βασικά στα πλαίσια της ταξικής πάλης ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα και «προεκτάθηκε» στη φάση των πρωταρχικών βασικών σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Η συγκρότηση, στην οποία αναφερόμαστε και ανεξάρτητα από το ποια προηγούμενα στοιχεία θα διατηρήσει, θα γίνει στη βάση των προβλημάτων και δεδομένων της ταξικής πάλης, στα πλαίσια του μεταβατικού σοσιαλιστικού σχηματισμού.
Συνοψίζοντας θα λέγαμε πως αυτοί είναι σε τελευταία ανάλυση οι θεμελιώδεις όροι που προσδιορίζουν την ουσία και το περιεχόμενο της δικτατορίας του προλεταριάτου γι’ αυτήν την περίοδο.
Ή αλλιώς, η δικτατορία του προλεταριάτου πρώτα και πάνω απ’ όλα, είναι υπόθεση του ίδιου του …προλεταριάτου.