Σελίδες

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ

ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΕΣ & ΤΟΠΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ

Κάθε «απάντηση» χωρίς το λαό είναι ενάντια στο λαό

Ζούμε σε μια περίοδο που οι δυνάμεις του συστήματος επιτίθενται ανελέητα ενάντια στις εργαζόμενες λαϊκές μάζες σ’ όλο τον κόσμο (εννοείται και στη χώρα μας).
Που οι ιμπεριαλιστές εκστρατεύουν ενάντια στους λαούς κομματιάζοντας χώρες και μακελλεύοντας κόσμο.
Ταυτόχρονα, όλα τα δεδομένα δείχνουν πως αυτή η κατάσταση θα συνεχίζει να χαρακτηρίζει την πορεία των πραγμάτων για πολύ μεγάλο διάστημα. Στην πραγματικότητα, θα συνεχίζεται για όσο διάστημα οι λαοί δεν θα μπορούν να ορθώσουν το δικό τους ανάστημα απέναντι στις κυρίαρχες τάσεις και δυνάμεις.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το πραγματικό πρόβλημα, σ’ αυτό και η απάντησή του.
Αυτή η κατεύθυνση μπορεί ν’ αντιστραφεί μόνο και εφ’ όσον οι λαοί προχωρήσουν στη συγκρότηση των δυνάμεών τους και σε επίπεδο που να είναι ικανές να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά και νικηφόρα στις δυνάμεις του συστήματος. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος και οτιδήποτε άλλο λέγεται ή προβάλλεται ως προς αυτό δεν αποτελεί παρά –και στην καλύτερη περίπτωση- αυταπάτη.
Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος για την υλοποίηση μιας τέτοιας κατεύθυνσης, από την ανάπτυξη της μαζικής λαϊκής αντίστασης και πάλης την κάθε ώρα, την κάθε στιγμή και σε κάθε ζήτημα.
Εδώ αναδείχνεται η άλλη, και κρίσιμη, πλευρά του ζητήματος. Η υποχώρηση, η ήττα του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος έχει εξουδετερώσει τη βασική δύναμη προωθησης μιας τέτοιας κατεύθυνσης.
Το «κενό» που έχει έτσι διαμορφωθεί, οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά ούτε θέλουν ούτε και μπορούν να το καλύψουν. Στο μεγαλύτερο μέρος τους παραμένουν σταθερά προσανατολισμένες σε μια κατεύθυνση αποδοχής του καπιταλιστικού «μονόδρομου» και αναζήτησης ρόλου στα πλαίσιά του.
Βεβαίως, υπάρχουν και εκείνες οι περιπτώσεις, όπως των επαναστατικών κομμουνιστικών (Μαοϊκών) δυνάμεων στο Νεπάλ και στην Ινδία που προωθούν τον ένοπλο μαζικό λαϊκό επαναστατικό αγώνα, καθώς και άλλες δυνάμεις σε άλλες περιοχές του κόσμου.
Υπάρχουν οι αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας σε κάθε γωνιά της γης. Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος του, το πρόβλημα παραμένει ακόμη αναπάντητο. Αυτή η κατάσταση είναι που δίνει τη δυνατότητα σε αστικές ή ακόμη και φεουδαρχικές δυνάμεις (που εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν τους λαούς τους) να αξιοποιούν την αντίθεση των λαϊκών μαζών στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό για δικό τους λογαριασμό. Δυνάμεις που την ίδια στιγμή που υποτίθεται ότι αντιπαρατίθενται στις δυνάμεις του συστήματος, την ίδια και συναλλάσσονται μαζί τους διαπραγματευόμενες τη θέση και το ρόλο τους.
Μια τέτοια κατάσταση (συνολικά παρμένη) ούτε στα λαϊκά προβλήματα και ανάγκες απαντάει ούτε και δίνει διέξοδο στις προσδοκίες των λαών. Απέναντι σ’ αυτό το αδιέξοδο, η συσσωρευμένη αγανάκτηση, η συμπυκνωμένη οργή, οι αγωνιστικές διαθέσεις που δε βρίσκουν διέξοδο και τρόπους να εκφραστούν είναι που οδηγούν έναν κόσμο στο να αναζητάει άλλους δρόμους. Δρόμους που φαίνονται επαναστατικοί, δυναμικοί και άμεσα αποτελεσματικοί!
Μόνο που ένα αδιέξοδο δεν απαντιέται με ένα άλλο αδιέξοδο. Ακόμη χειρότερα, οι όροι αδιεξόδου που χαρακτηρίζουν τέτοιες κατευθύνσεις διαμορφώνουν το έδαφος «παρέμβασης» -εξαρχής ή στην πορεία- δυνάμεων και «υπηρεσιών» κάθε είδους.
Δε λέμε κάτι καινούριο. Εδώ και δεκαετίες έχει διαμορφωθεί ένα παγκοσμίου «κάλυψης» πλέγμα, όπου διασταυρώνονται κάθε είδους δυνάμεις. Μυστικές υπηρεσίες, εμπόριο όπλων, υπόκοσμος, εμπόριο ναρκωτικών, διακίνηση και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, «τρομοκράτες» τέτοιοι και αλλιώτικοι. Ενα πλέγμα που προσφέρει ανθρώπους, χρήμα και υλικά για «μαύρες επιχειρήσεις» κάθε είδους και όπου το τελικό αποτέλεσμα, και ανεξάρτητα απο το τι φαίνεται αρχικά, πιστώνεται πάντα στο λογαριασμό του συστήματος.
Ας δούμε, ωστόσο, το ζήτημα όπως τίθεται πλέον στη χώρα μας μετά τις πρόσφατες εξελίξεις.
Η επίθεση του συστήματος προκαλεί την όλο και πιο μεγάλη αγανάκτηση των εργαζομένων και της νεολαίας. Ξεσπούν μια σειρά αγώνες που δείχνουν τις αγωνιστικές διαθέσεις του κόσμου. Οι δυνάμεις της υποτιθέμενης Αριστεράς όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που θέτει η κατάσταση, αλλά, αντίθετα, κάνουν ό,τι μπορούν για να εκτρέψουν αυτούς τους αγώνες, να τους αποδυναμώσουν, να αδρανοποιήσουν τον κόσμο. Στην πραγματικότητα «καίνε τα χαρτιά τους» χρεοκοπώντας στη συνείδηση του κόσμου και ιδιαίτερα της νεολαίας.
Με αυτούς τους όρους, ο Δεκέμβρης ήταν από τη μια ένα μαζικό ξέσπασμα οργής της νεολαίας απέναντι στο σύστημα και, ταυτόχρονα, μια κίνηση παράκαμψης της «παραδοσιακής» (ρεφορμιστικής) Αριστεράς και των λογικών της.
Το κλίμα που διαμορφώνεται τροφοδοτεί τάσεις ακόμη «δυναμικότερων» ενεργειών (γκαζάκια, αυτοσχέδιες βόμβες) και σε ευρεία κλίμακα.
Αυτή η –αναγκαστικά- σύντομη αναφορά, δε θέλει να υποκαταστήσει την αναγκαιότητα βαθύτερης ανάλυσης των ζητημάτων που τίθενται. Αυτό που θέλει να επισημάνει είναι ότι «μέχρις εδώ» έχουμε ένα ζήτημα μιας τάξης που, έτσι ή αλλιώς, θα απασχολήσει το κίνημα. Το ζήτημα είναι ότι κάποιες δυνάμεις θεώρησαν ότι δημιουργείται και το κατάλληλο έδαφος για κινήσεις (ή «επιχειρήσεις») άλλου χαρακτήρα.
Ας έρθουμε, λοιπόν, σ’ αυτό, δηλαδή στις ένοπλες δολοφονικές επιθέσεις. Ας ξεκινήσουμε με μια υπόθεση εργασίας: Μπορούν, άραγε, στις δοσμένες συνθήκες, τέτοιες ενέργειες να πυροδοτήσουν την ανάπτυξη ενός μαζικού, ένοπλου επαναστατικού κινήματος; Ούτε αυτοί που τις επιχειρούν πιστεύουν κάτι τέτοιο. Αλλωστε, η περιφρόνηση που δείχνουν στο λαό –και όχι μόνο με τον τρόπο δράσης τους- δείχνει πως ούτε καν τους απασχολεί κάτι τέτοιο. Η μήπως έχουν την αφέλεια να πιστεύουν ότι οι αστυνομικοί θα «αρχίσουν να υποβάλλουν μαζικά τις παραιτήσεις τους» όπως τους παροτρύνουν; Οτι δηλαδή το σύστημα θα αφοπλιστεί από μόνο του; Η αποτυχία, το αδιέξοδο μιας τέτοιας κατεύθυνσης είναι από τώρα δεδομένα και αυτό δεν είναι το χειρότερο και δεν είναι καν «μυστικό».
Αυτό που ήδη συμβαίνει είναι ότι οι εν ψυχρώ δολοφονίες προκαλούν (και καθόλου αδικαιολόγητα) την αποστροφή του κόσμου. Κανείς σ’ αυτή τη χώρα (και όχι μόνο) δεν μπορεί να αποδεχτεί το «δικαίωμα» κάποιων να σκοτώνουν έναν άνθρωπο επειδή αναζήτησε τη λύση στο πρόβλημα της ανεργίας εντασσόμενος στην αστυνομία. Ούτε παραγνωρίζουμε, ούτε έχουμε αυταπάτες για το ρόλο των δυνάμεων καταστολής. Αλλά το δικαίωμα ζωής και θανάτου που αρνούμαστε στους φονιάδες των λαών, δεν το αναγνωρίζουμε και σε κανέναν άλλο.
Μια τέτοια πρακτική είναι ήδη καταδικασμένη στη συνείδηση του κόσμου. Οχι μόνο δεν θα βρει στήριξη σ’ αυτόν, αλλά, αντίθετα, θα συναντήσει την αποστροφή, την απομόνωση. Ακόμη χειρότερα: Θα ενισχύσει τις τάσεις απόρριψης αγωνιστικών, μαχητικών πρακτικών και κινήσεων. Υπάρχει ήδη μακρόχρονη εμπειρία του πώς τέτοιου είδους ενέργειες «μουδιάζουν», αδρανοποιούν τον κόσμο. Είναι μακρύς ο κατάλογος ενεργειών που, είτε σχεδιασμένα είτε αντικειμενικά, προβόκαραν, ματαίωσαν αγωνιστικές κινητοποιήσεις και μάλιστα για σημαντικά ζητήματα.
Αντίθετα, βοηθούν το σύστημα να διευρύνει τη βάση στήριξής του. Τη «νομιμοποίηση» της σκλήρυνσης των μεθόδων και μέτρων καταπίεσης και καταστολής. Το διευκολύνουν -και με πρόσχημα- τις τέτοιου είδους ενέργειες να τις «χρεώσει» συνολικά στο κίνημα και ανάλογα να το αντιμετωπίζει. Ακόμη περισσότερο, προσφέρουν από τώρα άλλοθι σε «τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις» αστυνομικών όπλων, που θα γίνουν είτε εσκεμένα είτε απλώς υπό το κράτος πανικού.
Είναι καθαρό πως μια κατεύθυνση που δεν ακουμπάει στο λαό, που δεν έχει ρίζες στο λαό και δε στηρίζεται απ’ αυτόν είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Αυτό ειναι πέρα από κάθε συζήτηση. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη, επίσης σοβαρή πλευρά. Η στήριξη στο λαό, η «επικοινωνία» με το λαό δεν είναι μόνο παράγοντας δύναμης, ανανέωσης και συνέχειας. Είναι ταυτόχρονα και καθοριστικός παράγοντας διαμόρφωσης του χαρακτήρα ενός αγώνα, διαφύλαξης και περιφρούρησής του.
Η δυνατότητα των υπηρεσιών του συστήματος να διαβρώνουν τέτοιου είδους κινήσεις (εξαρχής ή στην πορεία) δεν βρίσκεται τόσο στις –αναμφισβήτητα υπαρκτές- δυνατότητες και μέσα που διαθέτουν. Βρίσκεται, κατά κύριο και αποφασιστικό λόγο, στο ότι τις βρίσκουν αποκομένες από τις ρίζες που μόνο αυτές μπορούν να τις θρέφουν και να τις προφυλάσσουν.
Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και θα το ‘χουμε για καιρό μπροστά μας με αυτή ή την άλλη μορφή. Οσο η αγανάκτηση και η οργή του κόσμου δε βρίσκει δρόμους να εκφραστεί ολοκληρωμένα και αποτελεσματικά, θα έχουμε και τέτοια φαινόμενα. Οσο αυτό που εμφανίζεται ως Αριστερά θα κυριαρχείται από τα χαρακτηριστικά που γνωρίζουμε, θα συνεχίσει «να πληρώνει τις αμαρτίες της».
Ετσι ή αλλιώς, ωστόσο, η επιλογή είναι μία: η επιμονή στην κατεύθυνση συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων μέσα στην πάλη και σε διαλεκτική συνάρτηση με τον προσανατολισμό ανασύστασης, ανασυγκρότησης του εργατικού, επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος.